Παρασκευή 13 Μαρτίου 2020

Αειφορική καλλιέργεια και Κωπαΐδα

Το Σάββατο 7 Μαρτίου, στην 10η συνάντηση της τροφώνιας ακαδημίας, ο κ. Βασίλης Αναγνώστου παρουσίασε την εισήγησή του με θέμα: "Αειφορική καλλιέργεια και Κωπαΐδα" στα πλαίσια της 1ης θεματικής ενότητας "Κωπαΐδα: φυσικό και ανθρωπογενές σύστημα".


1. Εισαγωγή

Η Γη σχηματίστηκε πριν από περίπου 4,6 δισεκατομμύρια χρόνια,  και περίπου στα 4 δισεκατομμύρια χρόνια πριν, αρχίζει να εμφανίζεται η πρώτη ζωή στον πλανήτη. Πάρα πολλές διεργασίες πραγματοποιήθηκαν στον πλανήτη, με αποτέλεσμα την εξέλιξη του αβιοτικού περιβάλλοντος αλλά και τη σύνθεση της πολυπλοκότητας της ζώσας ύλης. Ο άνθρωπος συμμετέχει πολύ μικρό χρονικό διάστημα στην εξέλιξη της ζωής, εμφανίζεται μόλις 2 εκ χρόνια πριν με την παρουσία των πρώτων ανθρωποειδών, που εξελίχθηκαν σταδιακά, για να φτάσουμε στον σύγχρονο άνθρωπο. Παρόλα αυτά η Γη μεταβαίνει από την Ολόκαινο περίοδο (11.700 χρόνια πριν), στην Ανθρωπόκαινο περίοδο, στην περίοδο δηλαδή που ο άνθρωπος αφήνει έντονο το αποτύπωμα του στον πλανήτη, με αρνητικές συνέπειες στις φυσικές λειτουργίες των συστημάτων και στον βιόκοσμο. Η Ανθρωπόκαινος περίοδος προτάθηκε πρώτη φορά από τον νομπελίστα Πολ Κρούτσεν το 2000 και υπάρχουν πολλές απόψεις για το πότε ξεκινά ουσιαστικά αυτή η περίοδος. Μπορεί να θεωρηθεί ότι η βιομηχανική επανάσταση (200 χρόνια πριν), επέφερε σημαντικές αλλαγές στο φυσικό σύστημα  και στις ανθρώπινες κοινωνίες.
Η εμφάνιση του πλαστικού θα μπορούσε να είναι μια άλλη πρόταση για την έναρξη αυτής της περιόδου (100 χρόνια πριν), οι μελλοντικοί Γεωλόγοι, κάποιες χιλιάδες χρόνια μετά, θα μπορούν να βρίσκουν εγκλείσματα πλαστικού μέσα σε σχηματισμένα πετρώματα, που θα μαρτυρούν τη δράση του σημερινού πολιτισμού.
Άλλη πρόταση για την έναρξη αυτής της περιόδου, θα μπορούσε να είναι η ρίψη της πρώτης ατομικής βόμβας (75 χρόνια πριν), που έδειξε στην ανθρωπότητα ότι ένα στιγμιαίο καταστροφικό συμβάν, μπορεί να επιφέρει τρομερές αλλαγές και να απειλήσει άμεσα την ύπαρξη του ανθρώπου στον πλανήτη.
Άλλη πρόταση θα μπορούσε να είναι ότι, η έναρξη του Ανθρωπόκαινου έγινε με την αρχή της συστηματικής καλλιέργειας στον πλανήτη (10.000 χρόνια πριν), όπου έχει επιφέρει αλλαγές στο ανάγλυφο και έχει εξαφανίσει πολλά φυτά και ζώα.
Ειδικότερα από την βιομηχανική επανάσταση και μετά, όπου υπήρξε έντονη εκμηχάνιση του αγροτικού τομέα, η αγροτική δραστηριότητα έγινε ιδιαίτερα εντατική και εκτατική με πολλαπλές επιπτώσεις για το φυσικό σύστημα και τον άνθρωπο.
Η σχέση των κοινωνιών με το φυσικό σύστημα έχει μεταλλαχθεί ιδιαίτερα κατά την διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Η αντίληψη που έχουμε για το τι είναι κοινωνία, μεταλάσσεται σε ιστορικό χρόνο και υποβαθμίζεται ή έρχεται σε δεύτερη μοίρα στην σύγχρονη ζωή, όπου ο άνθρωπος αδυνατεί να δει τον εαυτό του ως λειτουργικό μέρος ενός συνόλου. Ένας αποδεκτός ορισμός για την Κοινωνία σήμερα είναι ο εξής: «ως Κοινωνία ορίζεται το σύνολο των ανθρώπων που συν-βιώνουν, συν-εργάζονται και συν-αγωνίζονται σε κάποιο τόπο. Στην σημερινή εποχή κρίνεται αναγκαίο να ενεργοποιηθούν κοινωνικά αντανακλαστικά αλληλεγγύης, συνεργατικότητας, ισότητας των ανθρώπων με σεβασμό στην διαφορετικότητα, τη μοναδικότητα και ποικιλότητα των ατόμων μιας κοινωνίας.
Η αντίληψη που έχουμε για το τι είναι φυσικό σύστημα, διαφέρει επίσης πολύ έντονα από άνθρωπο σε άνθρωπο και από κοινωνία σε κοινωνία. Έτσι λοιπόν ως φυσικό σύστημα για κάποιον μπορεί να είναι ένα μεγάλο οργανωμένο πάρκο με πολλά δέντρα και φυτά, για κάποιον άλλον να αφορά στην ύπαιθρο, ένα οργωμένο χωράφι, έναν ελαιώνα κ.α. Μερικοί θα μπορούσαν να ορίσουν  το φυσικό σύστημα ως έναν ορεινό όγκο, ή έναν αδιατάραχτο φυσικό χώρο από τον άνθρωπο. Αν λοιπόν ο ορισμός για το τι είναι φυσικό σύστημα συσχετίζεται με την επίδραση του ανθρώπου στο φυσικό χώρο, θα πρέπει να υπάρξει η σκέψη ότι μόλις το 1 με 2 % από τον ελλαδικό χώρο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αδιατάρχτος φυσικός χώρος και αφορά περιοχές που δεν υπάρχει δυνατότητα ή το ενδιαφέρον προσέγγισης από τον άνθρωπο, όπως π.χ. κάποιες βραχονησίδες, ή περιοχές που κρίνονται ως απόλυτης προστασίας και δεν επιτρέπεται η πρόσβαση των ανθρώπων, όπως τμήμα του Φρακτού από την Οροσειρά της Ροδόπης, που βρίσκεται σε καθεστώς απόλυτης προστασίας.  Ως επί το πλείστον λοιπόν, ο φυσικός χώρος της Ελλάδας έχει δεχθεί ανθρωπογενείς επιδράσεις που μπορεί να μην μαρτυρούνται στο σήμερα. Η λεκάνη της Μεσογείου έχει επικοιστεί έντονα τα τελευταία 10 χιλιάδες χρόνια. Η βόσκηση, οι συστηματικές πυρκαγιές και η συστηματική καλλιέργεια τις τελευταίες χιλιετίες, έχουν μεταλλάξει πολύ τον φυσικό χώρο. Για παράδειγμα, η επικράτηση της Χαλεπίου πεύκης στη Μεσόγειο, είναι αποτέλεσμα των συχνών πυρκαγιών για χιλιάδες χρόνια, όπου εκτοπίστηκαν άλλα φυτικά είδη και επικράτησε το πυρόφιλο πεύκο που ως μηχανισμό αναγέννησής του έχει τις φωτιές. Ένα γυμνό ανάγλυφο ενός βουνού όπου εμφανίζεται το μητρικό πέτρωμα, είναι αποτέλεσμα διάβρωσης χιλιάδων ετών, λόγω υπερβόσκησης, πυρκαγιών και γεωργίας.
Η φυσιογνωμία της Κωπαΐδας είναι αποτέλεσμα προσπαθειών του ανθρώπου να επιβληθεί στον χώρο και να επωφεληθεί όσο το δυνατόν περισσότερο από αυτόν τις τελευταίες χιλιετίες. Έτσι λοιπόν μπορεί να βλέπουμε ένα φυσικό σύστημα που δεν έχει σημαντικές επιδράσεις από τον άνθρωπο στο σήμερα, αλλά σ’ αυτό υπάρχει το αποτύπωμα του ανθρώπου και τα αποτελέσματα των δράσεων του. Με την ίδια λογική μπορούμε να σκεφτούμε τις πολλαπλάσιες αλλαγές που επιτελούνται στον φυσικό χώρο σήμερα και το περιβάλλον το οποίο θα κληρονομήσουν οι μελλοντικές γενεές.  
Πέραν του τι αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι ως φυσικό σύστημα, ένας άλλος ευρύς προβληματισμός πηγάζει από το ποια είναι η θέση του ανθρώπου μέσα σ’ αυτό. Οι πρώτες κοινωνίες ήταν πλήρως ενταγμένες στη φύση, μπορούσαν να καλύψουν τις ανάγκες τους χωρίς να κάνουν τεχνητές παρεμβάσεις στο χώρο, οι άνθρωποι ήταν καρποσυλλέκτες και κυνηγοί, διαφαινόταν επίσης ο λειτουργικός τους ρόλος στο οικοσύστημα, ρόλο και αξία που έχουν όλα τα έμβια όντα, ο άνθρωπος είχε συμβιωτικές σχέσεις και αρμονικές αλληλεπιδράσεις με τον υπόλοιπο έμβιο κόσμο.
Αργότερα ο άνθρωπος άρχισε να επιβάλλεται στον έμβιο κόσμο. Η αντίληψη ότι ο άνθρωπος δάμασε τη φύση είναι περασμένη σαν αντίληψη και στο σήμερα. Ο άνθρωπος δαμαστής (αυτός που κρατάει ένα μαστίγιο και επιβάλλεται στο περιβάλλον) έχασε τον λειτουργικό του ρόλο στη φύση (σαν ζώο δηλαδή που συνεργεί στο μυστήριο της ζωής). Απέκτησε σταδιακά το ρόλο αυτού που καταστρέφει τη Γη. Αντιλαμβανόμαστε δηλαδή σήμερα τον άνθρωπο ως τον δρώντα σε ένα παθητικό σύστημα και ως παθητικό σύστημα αντιλαμβανόμαστε τη Γη. Η αντίληψη που έχουμε σήμερα στο ότι «ο άνθρωπος καταστρέφει τη Γη» έχει πολλές προβληματικές παραμέτρους. Πρώτο απ’ όλα διακατέχεται από μια αοριστία στο πως καταστρέφει τη Γη και τι τελικά είναι το γήινο σύστημα, γεγονός που απομακρύνει τον άνθρωπο από την υιοθέτηση υγιών ενεργειών για τη φύση, ενώ δημιουργείται μια απόσταση που εμποδίζει τον άνθρωπο στο να κατανοήσει τη φύση ως βίωμα του. Δεν εμπεριέχει μέσα τη δυναμική του συστήματος που ζούμε και την ανάδραση στις όποιες μεταβολές προκαλούνται στη γη από τον άνθρωπο. Είναι ανθρωποκεντρική θεώρηση, εμπεριέχει δηλαδή τον μεγάλο εγωισμό του ανθρώπου πάνω στη γη, η οποία δεν καταστρέφεται,  υπάρχει πολλά δισεκατομμύρια χρόνια πριν τον άνθρωπο και θα συνεχίσει να υπάρχει μετά από αυτόν. Η ανθρωποκεντρική θεώρηση μας εγκλωβίζει στις αρνητικές εικόνες, ενώ αν παρατηρήσουμε τη φύση θα διαπιστώσουμε μια εντυπωσιακή δυναμική της ζωής σε όλες της τις εκφάνσεις που μπορεί να μας εκπλήξει.
Βασικό ζητούμενο σήμερα είναι η επανένταξη του ανθρώπου στο φυσικό σύστημα. Το επιβάλλει η συνεχώς αυξανόμενη κοινωνική ανισότητα που προκύπτει από τον ανταγωνιστικό τρόπο που δρούμε στα φυσικά συστήματα, η περιβαλλοντική υποβάθμιση που αντανακλάται πολλαπλά στον άνθρωπο και έχει επίπτωση στον υπόλοιπο έμβιο κόσμο, η συμβατική οικονομία που λειτουργεί αδηφάγα στις κοινωνίες και υποβαθμίζει τα περιβαλλοντικά συστήματα, μέσω αόριστων και παράλογων οικονομικών όρων που δεν έχουν σχέση με την ευημερία του κόσμου.


2. Η καλλιεργητική δραστηριότητα μέσα στο χρόνο.

Οι πρώτες συστηματικές καλλιέργειες ξεκινούν περίπου 10.000 χρόνια πριν, όπου ο άνθρωπος αρχίζει να μεταβάλλει το φυσικό χώρο όπου είναι ενταγμένος από ανάγκη και προσπαθεί να δημιουργήσει πιο οργανωμένες κοινωνίες. Η έναρξη της καλλιεργητικής δραστηριότητας συσχετίζεται σαφώς με την ανάπτυξη πολιτισμού. Οι κοινωνίες έλυσαν τις επισιτιστικές τους ανάγκες και μπόρεσαν να αναπτυχθούν και να δημιουργήσουν πολιτισμό. Οι πρώτες καλλιέργειες «μιμούνται» τις λειτουργίες της φύσης λειτουργώντας σε αρμονία με το φυσικό σύστημα. Οι πρώτες αγροτικές κοινωνίες ευημερούν μέσα από σχέσεις συναγωνισμού και συν-βίωσης με τη φύση. Οι άνθρωποι σε αυτές τις κοινωνίες είναι αγροίκοι καθώς έχουν σχέση και αλληλεπίδραση με τον αγρό, μοχθηροί αφού μοχθούν για να παράξουν την τροφή τους και πονηροί (από το πόνος) μιας και χρησιμοποιούν τη μυϊκή τους δύναμη για να παράξουν την τροφή τους, λέξεις που σήμερα έχουν εντελώς διαφορετική έννοια. Έχουν δηλαδή σχέση με τον αγρό και την τροφή που παράγουν και είναι σημαντικό στοιχείο για αυτούς να παράγουν την τροφή τους και να την μοιράζονται στην κοινότητα μέσω της συν-τροφιάς. Ο σύγχρονος άνθρωπος φαίνεται να έχει χάσει την σχέση του με τον αγρό και την τροφή του, για την οποία αγνοεί πολλές φορές ακόμα και την προέλευση της.

Η γεωργία μεταβάλλεται δραματικά μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η εμφάνιση νέων τεχνολογιών, η ανάγκη για μαζική παραγωγή με υψηλή παραγωγικότητα, η εκμηχάνιση της παραγωγικής διαδικασίας, η εκτεταμένη χρήση αγροχημικών καθώς και η εξαντλητική χρήση φυσικών πόρων (νερό, έδαφος), έχουν σαν αποτέλεσμα την ριζική αλλαγή της σχέσης του ανθρώπου με τον φυσικό χώρο, δημιουργώντας μεγάλες κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις τοπικά, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο.

3. Οι επιπτώσεις της συμβατικής γεωργίας σε πλανητικό και τοπικό επίπεδο

Τα επιτεύγματα στην γεωργική παραγωγή, φαίνεται να μην λύνουν το επισιτιστικό ζήτημα πλανητικά, καθώς εκατομμύρια ανθρώπων πεθαίνουν κάθε χρόνο λόγω έλλειψης τροφής. Η εκμηχάνιση της παραγωγής ενώ αρχικά  φάνηκε ότι βελτιώνει τις συνθήκες ζωής των αγροτοεργατών, σύντομα διαπιστώθηκε ότι αυτές είναι πολύ άσχημες και παρατηρείται έντονη εκμετάλλευση. Οι εργάτες της Γης στην Κωπαΐδα, είναι κυρίως πρόσφυγες και ζουν σε καθεστώς μεγάλης εκμετάλλευσης. Η αμοιβή τους είναι πολύ χαμηλή και αρκετοί εξ αυτών μένουν μέσα σε παραπήγματα στα ίδια τα χωράφια που εργάζονται. Όλα αυτά θυμίζουν συνθήκες σύγχρονης δουλείας.
Η επίδραση της σύγχρονης οικονομίας στον αγροτικό τομέα, καθορίζει την προσφορά και ζήτηση των αγαθών, ανεξαρτήτως της πραγματικής ζήτησης των κοινωνιών για την κάλυψη των αναγκών τους. Αυξάνονται οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις και ταυτόχρονα η συμβατική καλλιέργεια εξαντλεί και μειώνει την παραγωγικότητα των καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Η χρήση γενετικά τροποποιημένων ποικιλιών έχει ως αποτέλεσμα τον έλεγχο και εξάρτηση της τροφής σε παγκόσμιο επίπεδο. Η ανάπτυξη γεωργικών δραστηριοτήτων μεγάλης κλίμακας (βιομηχανική γεωργία και κτηνοτροφία) εντείνουν την κοινωνική ανισότητα. Κοινωνίες που μπορούσαν να ζήσουν ενταγμένες στο φυσικό χώρο εκτοπίζονται. Αυτό μπορεί κάποιος να το παρατηρήσει, από τα δάση του Αμαζονίου όπου υποβαθμίζονται συνεχώς και εκδιώχνονται οι ιθαγενείς, μέχρι και σε πολλά χωριά της ελληνικής υπαίθρου, που έχουν ερημώσει από εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση. Οι άνθρωποι δεν έχουν ίσες δυνατότητες και ευκαιρίες στην αγροτική παραγωγή - λόγω του ότι: οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις συσσωρεύτηκαν σε λίγους ιδιοκτήτες και η βιομηχανική καλλιέργεια έχει απαίτηση σε μεγάλες αγροτικές εκτάσεις, καθορισμένους σπόρους, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, ζιζανιοκτόνα,  βαριά βιομηχανικά εργαλεία και καύσιμα. Απαιτείται λοιπόν ένα σημαντικό οικονομικό κεφάλαιο για να ξεκινήσει σήμερα κάποιος να ασχολείται με τη συμβατική γεωργία.
Ο προβληματισμός λοιπόν, για το λόγο που οι νέοι δεν επιλέγουν να ασχοληθούν με τη γεωργία, απαντάται εν μέρει με την διαπίστωση ότι, δεν έχουν την δυνατότητα πρόσβασης σε έναν τομέα που γίνεται όλο και πιο κλειστός και μεγάλης κλίμακας.
Σε περιβαλλοντικό επίπεδο, ανακύπτουν σημαντικά ζητήματα υποβάθμισης του φυσικού χώρου, εντείνοντας τα παγκόσμια περιβαλλοντικά ζητήματα. Η εκχέρσωση δασών για την δημιουργία νέων καλλιεργήσιμων εκτάσεων οξύνει το φαινόμενο της κλιμματικής αλλαγής. Ο εκτοπισμός της χλωρίδας και πανίδας λόγω των εκτεταμένων καλλιεργειών είναι μια σημαντική απειλή υποβάθμισης του φυσικού χώρου. Η σπατάλη των υδατικών πόρων μέσα από εξαιρετικά απαιτητικές καλλιέργειες σε νερό, μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές περιβαλλοντικές και κοινωνικές κρίσεις τοπικά και παγκόσμια. Η ρύπανση λόγω των γεωφαρμάκων υποβαθμίζει τις φυσικές περιοχές και απειλεί την ανθρώπινη υγεία. Τέλος υποβαθμίζεται ουσιαστικά και η σχέση του ανθρώπου με τον φυσικό χώρο και αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο άνθρωπος να κινδυνεύει  να φτάσει σε πνευματική ερημιά.

4. Οι επιπτώσεις της συμβατικής γεωργίας  στην Κωπαΐδα.

Εστιάζοντας στο Κωπαϊδικό πεδίο, η χρήση του Κάμπου έχει μεταλλαχθεί πλήρως σήμερα. Οι αφηγήσεις των παππούδων και γιαγιάδων, δεν έχουν καμία συνάφεια με την σημερινή κατάσταση. Οι επιπτώσεις εντοπίζονται σε Κοινωνικό, Περιβαλλοντικό και Οικονομικό Επίπεδο ως εξής:

Περιβαλλοντικές:
-Μείωση της βιοποικιλότητας,
-Υποβάθμιση των επιφανειακών γόνιμων εδαφών,
-Ρύπανση του υπόγειου νερού,
-Σπατάλη των υδατικών πόρων,
-Χρήση υβριδίων που είναι απαιτητικά σε χημική λίπανση και νερό,
-Μείωση της γενετικής δεξαμενής των παραδοσιακών ποικιλιών,
-Εγκλωβισμός στην μονοκαλλιέργεια,
-Μείωση της Γεωργο-βιοποικιλότητας.

Κοινωνικές:
-Η μείωση του αριθμού των οικογενειακής μορφής γεωργικών εκμεταλεύσεων. Κοινωνική ανισότητα, άνισες ευκαιρίες,
-Η παραμέληση των συνθηκών ζωής και εργασίας των γεωαγροτών.

Οικονομικές:
-Καλλιέργειες που δεν εξυπηρετούν τις τοπικές και υπερτοπικές ανάγκες των κοινωνιών (καλλιέργεια Βαμβακιού),
-Αύξηση του κόστους παραγωγής. Μεγάλη εξάρτηση σε εισαγόμενους πόρους, γεωργικά εργαλεία και στις τιμές της παγκόσμιας αγοράς
-Υποβάθμιση των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών ζωής στις αγροτικές κοινωνίες


5. Μετάβαση προς την αειφορική καλλιέργεια – Προβληματισμοί για την Κωπαΐδα.

Ως Αειφορική γεωργία χαρακτηρίζεται η οικολογικά υγιής γεωργία, η οικονομικά βιώσιμη και η κοινωνικά δίκαιη και ανθρώπινη.

Μερικά γνωρίσματα και αρετές της αειφορίας (Kuhnen 1992):
1, Είναι σε θέση να διατηρεί ζωντανό τον αγροτικό χώρο, μέσω της απασχόλησης των ανθρώπων στη γεωργία.
2. Παράγει με οικολογικά αποδεκτό τρόπο.
3. Δίνει δυνατότητες για κοινωνική ισορροπία και γαλήνη.
4. Μεταφέρει σε μακροχρόνια βάση την αειφορικότητα, χωρίς αρνητικές επιπτώσεις για το περιβάλλον.

Για να εφαρμοστεί η Αειφορική γεωργία πρέπει να αξιοποιηθεί και ερμηνευτεί ξανά στο σήμερα η τοπική γνώση, η οποία δεν είναι ανεξάρτητο τμήμα, ή εναλλακτική λύση, αλλά απαραίτητο συστατικό της αειφορίας. Οι τοπικές ιδιαιτερότητες και η τοπική κληρονομιά λοιπόν, είναι οι βασικοί πυλώνες για να αναπτυχθεί ένα άλλο σύστημα καλλιέργειας και να υπάρξει «Μετάβαση προς την Αειφορία».
Πρέπει σταδιακά να απαλλαχθούμε από τους «Ειδικούς Γεωπόνους» και αγροκαλλιεργητές και να πάμε στους γεωπόνους και αγροτοκαλλιεργητές σφαιρικής αντίληψης που έχουν ολοκληρωμένη γνώση και σχέση με τον αγρό.  
Παρακάτω εστιάζονται και αναλύονται έξι (6) προβληματισμοί  οι οποίοι αφορούν την μετάβαση προς την αειφορική καλλιέργεια στην Κωπαΐδα:

1. Αποκεντρωτισμός των τοπικών πληθυσμών: Τις τελευταίες δεκαετίες μετακινήθηκαν τοπικοί πληθυσμοί από μικρά χωριά του κάμπου προς τη Λιβαδειά ή μετανάστευσαν προς άλλες περιοχές, λόγω του ότι η γεωργοί μειώθηκαν και η υφιστάμενη κατάσταση είναι ο συγκεντρωτικός έλεγχος της γης από λίγους. Σήμερα θα πρέπει να ξαναζωντανέψουν τα μικρά χωριά και να υπάρξουν περισσότεροι γεωργοί διασπαρμένοι στα χωριά, να ξαναζωντανέψει δηλαδή η ύπαιθρος.
2. Ανεξαρτησία: Η συμβατική γεωργία, όπως η καλλιέργεια βαμβακιού με τους όρους που γίνεται στην Κωπαΐδα, παρουσιάζει υψηλή εξάρτηση από εξωτερικές πηγές, όπως τα αγροχημικά, οι σπόροι, τα μηχανήματα μεγάλης κλίμακας, τα καύσιμα για τα μηχανήματα κ.α. Θα πρέπει να διερευνηθούν τρόποι και είδη καλλιέργειας για την Κωπαΐδα, με περισσότερη ατομική και κοινοτική αυτοδυναμία και μικρή εξάρτηση από εξωτερικές πηγές.
3. Ομαδικότητα: Το κλίμα που επικρατεί σήμερα είναι η έλλειψη συνεργασίας των γεωαγροτών και η κυριαρχία των ατομικών συμφερόντων. Είναι σημαντικό ζητούμενο η δημιουργία μικρών και μεγαλύτερων συνεταιριστικών εγχειρημάτων έτσι ώστε να δημιουργηθεί υψηλού επιπέδου συνεργασία σε όλα τα στάδια παραγωγής.
4. Αρμονία με τη φύση: Το πρότυπο καλλιέργειας που κυριαρχεί στην Κωπαΐδα είναι η επιβολή στη φύση. Βαθιά οργώματα που διαταράσουν την εδαφική δομή και οξειδώνουν τα ιχνοστοιχεία του εδάφους. Καταστροφή όλων των άλλων στοιχείων χλωρίδας για να υπάρχει μεγαλύτερη απόδοση της μονοκαλλιέργειας, εκτοπισμός της αυτόχθονης πανίδας κ.α. Πρέπει να περάσουμε σε μια σχέση αρμονίας με τη φύση, όπου τα ανθρώπινα συστήματα δεν θα επιβάλλονται επί της φύσης, αλλά θα υπάρχει μίμιση των φυσικών συστημάτων και λειτουργιών τους.
5. Ποικιλότητα: Η κυρίαρχη καλλιέργεια στην Κωπαΐδα είναι η μονοκαλλιέργεια βαμβακιού. Για την επίτευξη της αειφορίας θα πρέπει να απεγκλωβιστούν οι αγρότες από τη μονοκαλλιέργεια και τα πλήρως τυποποιημένα παραγωγικά συστήματα. Θα πρέπει να εφαρμοστούν πολυκαλλιέργειες και τοπικά προσαρμοσμένα συστήματα όπου θα λαμβάνονται υπόψιν οι ιδιαιτερότητες της φυσιογραφίας, της γεωμορφολογίας και γενικότερα του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής καθώς και οι κοινωνικές ανάγκες και ιδιαιτερότητες ευρύτερα.
6. Περιορισμός στην εκμετάλλευση πόρων: Στην παρούσα κατάσταση γίνεται υψηλή κατανάλωση φυσικών και ενεργειακών πόρων, είναι λοιπόν σημαντικός ο περιορισμός της κατανάλωσης για την επίτευξη ευημερίας στο σήμερα, αλλά και για την ηθική υποχρέωση της διατήρησης των φυσικών πόρων για τις επόμενες γεννεές.

Για να πραγματοποιηθούν όλες οι παραπάνω αλλαγές, που μπορούν να οδηγήσουν στη μετάβαση προς την αειφορία, χρειάζονται ισχυρά τοπικά κινήματα, που σαν στόχο θα έχουν την προώθηση μιας άλλης καλλιεργητικής προσέγγισης που θα δίνει ίσες ευκαιρίες σε αυτούς που θέλουν να ασχοληθούν με τον πρωτογενή τομέα και ταυτόχρονα να προωθούν την αλληλέγγυα οικονομία χωρίς μεσάζοντες. Μικρές ομάδες γεωργών μπορούν να δημιουργήσουν μικρά συνεταιριστικά εγχειρήματα, ενώ ταυτόχρονα είναι αναγκαία η κατανόηση της σημασίας τέτοιων εγχειρημάτων από την κοινωνία και η στήριξη τους.

6. Προβληματισμός
Η σημερινή κατάσταση της γεωργίας δεν είναι βιώσιμη. Η σύγχρονη υγειονομική επιδημία, αποκαλύπτει και εντείνει ακόμα περισσότερο τα προβλήματα βιωσιμότητας για τις κοινωνίες. Πόσο βιώσιμη είναι η μονοκαλλιέργεια βαμβακιού στην Κωπαΐδα, όταν στο σήμερα θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε κρίση επισιτισμού;
Υπάρχει κλίμα μεταστροφής της σύγχρονης κατάστασης; Μπορούν οι κοινωνίες να αποκοπούν από προβλήματα που δημιούργησε ο υπερκαταναλωτισμός και η οικονομική μεγέθυνση και να σταθούν στην πραγματική παραγωγή μέσα από την σχέση με τον αγρό;
Ίσως λοιπόν θα πρέπει να γίνουμε Αγροίκοι, Μοχθηροί και Πονηροί (άνθρωποι του αγρού, του μόχθου και του πόνου της χειρονακτικής εργασίας) για να επιβιώσουμε σαν κοινωνία. Παράγοντας την τροφή μας με τρόπο φιλικό στο περιβάλλον, θεραπευτικό για την κοινωνία και έξω από κάθε σχέση της οικονομίας.  Πρέπει να κατανοήσουμε πάλι την αξία της τροφής και της συν-τροφιάς.

Βιβλιογραφία
Kuhnen, F. (1992) Sustainability, Regional Development and Marginal Locations. Applied Geografy and Development, vol. 39. Institute for Scientific Cooperation, Tubingen, Germany.
Σιάρδος Γ., & Κούτσουρης Ε. (2004) Αειφορική Γεωργία και Ανάπτυξη. Πανεπιστημιακό σύγγραμα. Εκδόσεις Ζυγός, Θεσσαλονίκη.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου