Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2020

Γιορτές χειμερινού Ηλιοστασίου από την αρχαιότητα στο σήμερα. Ήθη και έθιμα του Δωδεκαημέρου.

Η ομιλία  με θέμα " Γιορτές χειμερινού Ηλιοστασίου - ήθη και έθιμα Δωδεκαημέρου" παρουσιάστηκε
στην χριστουγεννιάτικη εκδήλωση του Λαϊκού Πανεπιστημίου  με την επωνυμία τροφώνιος ακαδημία, στα πλαίσια των γιορταστικών εκδηλώσεων του Δήμου Λεβαδέων την Κυριακή 22-12- 2019  από την κ. Βασιλική Νιαβή στην Εστία Μητέρας.
 
Α. Γιορτές χειμερινού Ηλιοστασίου από την αρχαιότητα στο σήμερα.

Γιατί εορτάζουμε τα Χριστούγεννα τον Δεκέμβρη;


Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να επιστρέψουμε στην εποχή του πρωτόγονου ανθρώπου. Εκείνη την εποχή που ο άνθρωπος ενταγμένος μέσα στο οικοσύστημα, αντλούσε, όπως ήταν φυσικό, τα απαραίτητα για τη διαβίωσή του από τη μητέρα γη, τη Γαία. Συγχρόνως είχε να αντιμετωπίσει φαινόμενα, τα οποία μερικές φορές, κάθε άλλο παρά ευνοϊκά ήταν για τη διαβίωσή του.

Θεοποίησε την ομορφιά της, τη γονιμότητά της, τη θάλασσα, τον ουρανό, τον ήλιο και κάθε τι που δεν μπορούσε να εξηγήσει. Η θεοποίηση του ήλιου και της σελήνης δεν ήταν παράδοξο, αν αναλογιστούμε ότι εκτός από το φόβο και το δέος που προκαλούσε η περιοδική εναλλαγή ημέρας και νύχτας, οι διάφορες περίοδοι του ηλιακού κύκλου σηματοδοτούσαν και την εναλλαγή των εποχών του έτους.

 Αυτές καθόριζαν τη διαμόρφωση της καλλιεργήσιμης ζωής, αλλά και τον τρόπο επιβίωσης των ανθρώπινων κοινωνιών.

Ο ήλιος ήταν ο χορηγός του φωτός και της ζωής του σύμπαντος κόσμου. Επόμενο ήταν οι λαοί να καθιερώσουν προς τιμήν του τις λαμπρότερες τελετουργίες τους, ιδιαιτέρως στα τέσσερα χαρακτηριστικά σημεία της τροχιάς του, που υποδήλωναν το πέρασμα από τη μια εποχή στην άλλη, τις ισημερίες και τα ηλιοστάσια. Ήταν λοιπόν φυσική συνέπεια ο βασιλιάς ήλιος να αποτελέσει την πρώτη θεότητα που έλκυσε διαισθητικά η ανθρώπινη λογική.Μετά την σχεδόν απλοϊκή  αυτή αρχή  η θρησκεία του ήλιου έφθασε στις μεγαλύτερες θρησκείες της ανθρωπότητας και πολλοί θεοί των μεταγενέστερων εποχών ήταν προσωποποίηση του Ήλιου.


Σύμφωνα με τη μυθολογία μας ο Ήλιος- δωρικά Αέλιος ή Άλιος και ομηρικά Ηέλιος - ήταν γιος του Τιτάνα Υπερίωνα και της Τιτανίδας Θείας, παιδιά του Ουρανού και της  Γαίας. Αδελφές του ήταν Σελήνη και η Ηώς- η Αυγή. Ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. δεν θεωρείται ο Ήλιος  αυτοτελής θεότητα, αλλά συγχέεται με τον Απόλλωνα, ο οποίος γι’ αυτό και καλείται Φοίβος, κυριολεκτικά ο «λάμπων θεός».

Ο Ήλιος, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική παράδοση, διέσχιζε κατά τη διάρκεια της ημερήσιας πορείας του τον ουρανό καθισμένος σε ένα χρυσό άρμα που το έσερναν τέσσερις πυρίπνοοι ίπποι, ο Εώος (ο πρωινός), ο Αίθων (ο καιόμενος), ο Πυρόεις (ο διάπυρος) και ο Φλέγων, φωτίζοντας με τις ακτίνες του όλο το Σύμπαν. Καθημερινά ολοκλήρωνε την πορεία του φτάνοντας κάθε βράδυ στην χώρα των Εσπερίδων, απ’ όπου -  διασχίζοντας τον Ωκεανό - επέστρεφε στην Ανατολή - χώρα των Αιθιόπων -  ξαπλωμένος σε ένα χρυσό κρεβάτι,φτιαγμένο από τον Ήφαιστο, για να λάμψει την επόμενη μέρα πάνω από τον κόσμο. Οι αρχαίοι Έλληνες φαντάζονταν τον θεό Ήλιο ως έναν νέο, χωρίς γενειάδα, ο οποίος φορούσε μία ρόμπα και στο κεφάλι του έφερε ένα αστραφτερό φωτοστέφανο. Κέντρο λατρείας του ήλιου ήταν η Ρόδος. Εκεί βρισκόταν  ο Κολοσσός της Ρόδου, ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου, που παρίστανε το θεό Ήλιο – Απόλλωνα.

Ο θεός Ήλιος της ελληνικής μυθολογίας έχει κοινά γνωρίσματα με ηλιακούς θεούς των άλλων λαών, όπως με:

  •        το Μίθρα των Περσών 
  •         τον  Οντίν των Σκανδιναβών
  •          τον Βάαλ των Ασσυρίων 
  •          Τον  ΆμμωναΡα και το   Φθα  των      Αιγυπτίων
  •          τον Σαμάς των Βαβυλωνίων
  •          Τον  Τεζκατλιπόκα  των Ατζέκων
  •          τον Ίντι των Ίνκα
  •          το Γιαρίλα των Σλάβων
  •         το Μπελένο των Κελτών
  •         το θεό Freyr των Νορμανδών
  •         τον Σουρύα των  Ινδών 
  •          τον Σολ των Ρωμαίων
  •         την Αματεράσου των Ιαπώνων 
  •      και   την Μαλίνα των Ινουίτ (  αυτόχθονοι της Αλάσκας, της   Γροιλανδίας και του Αρκτικού Κύκλου )


Ο Ήλιος, όπως αναφέραμε πιο πάνω, λατρεύτηκε από του αρχαίους λαούς σαν Θεός, γι αυτό οι περισσότερες θρησκείες είχαν τοποθετήσει σε αυτή την περίοδο του χειμερινού ηλιοστασίου, στο βόρειο ημισφαίριο,   πολύ πριν από την έλευση του Χριστιανισμού, τη γέννηση του Ήλιου  αλλά και θεών τους που αντιπροσώπευαν τον ήλιο. 


  •         Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι  του  θεού Όσιρη
  •         Οι Βαβυλώνιοι, οι Ασσύριοι  και οι Φοίνικες του Βάαλ
  •         Οι Πέρσες του θεού Μίθρα.
  •         Οι Ετρούσκοι του Έρκλε
  •         Οι Φρύγες του Άττη
  •         Οι Σκανδινο-γερμανοί του Οντίν         
  •         Οι Σουμέριοι του Ντουμούζι κ.ά

·          

Την εποχή του χειμερινού ηλιοστασίου  οι αρχαίοι Έλληνες γιόρταζαν :


  •         τη γέννηση του Φοίβου Απόλλωνα


Στην ελληνική μυθολογία, ο θεός Απόλλωνας, γιος του Δία, καβαλούσε το άρμα του και διέτρεχε κάθε μέρα τον ουρανό φέρνοντας το φως στην οικουμένη. Ο ακτινοβόλος Απόλλωνας δεν αντιπροσώπευε βέβαια μόνο τον ζωοδότη ήλιο, αλλά έγινε προοδευτικά και θεός της μουσικής, της λογικής και του Λόγου εν γένει.


  •        τη γέννηση του Διονύσου
 

Ο Ορφέας, αναφέρει ότι κατά τη γέννηση του Διονύσου εμφανίστηκε ένα άστρο στον ουρανό ιδιαιτέρας φωτεινότητας. Ο Όμηρος αναφέρει ότι «Μόλις γεννήθηκε  το Βρέφος, ο Ζευς το παρέδωσε  στις Νύμφες, οι οποίες το έθρεψαν με «γλυκείαν» τροφή εις ένα σπήλαιον απόκεντρο της κοιλάδας της Νύσσας. Γι’ αυτό το λόγο ονομάστηκε Διόνυσος».

Ο Απολλόδωρος μας περιγράφει ότι ο Διόνυσος γεννήθηκε σε ένα σπήλαιο και στη συνέχεια ο βασιλιάς των Ηδωνών Θρακών τον κατεδίωξε.Αποκαλείτο από τους Ορφικούς  «Σωτήρ» και «θείο βρέφος και «καλόςΠοιμήν».


Σε γλυπτό ανάγλυφο αφιέρωμα του Νεοπτόλεμου, από τον δήμο Μελίτης, που  χρονολογείταιπερίπουστο330 π.Χ.  εικονίζεται το Σπήλαιο του Πάνα ως φάτνη, όπου ο Ερμής παραδίδει το θείο βρέφος Διόνυσο στις Νύμφες, υπό το βλέμμα του Διός, του Απόλλωνος και της Δήμητρας.


  •        τη γέννηση του Δία

Η Ρέα γέννησε τον Δία, κρυφά από τον Κρόνο, που έτρωγε τα παιδιά του, μέσα σε ένα σπήλαιο στο όρος Ίδη της Κρήτης ή στο Λύκαιον όρος της Αρκαδία κατά άλλους.Οι Κουρήτες έκαναν θόρυβο με κρόταλα ώστε να καλύπτουν το κλάμα του μωρού από τον Κρόνο.Τα ζώα που βρίσκονταν στο σπήλαιο, έχοντάς το ως χειμερινό καταφύγιο, ζέσταιναν με τα χνώτα τους το βρέφος, το οποίο   έπινε γάλα από την κατσίκα Αμάλθεια.   


  •          τη γέννηση του ημίθεου Ηρακλή. 
 

Και όπως λέει ο μύθος, ο Δίας για να συνευρεθεί με την Αλκμήνη έδωσε εντολή στον ήλιο να μη βγει για τρεις μέρες έτσι  η νύχτα είχε διάρκεια τρεις νύκτες. Γι αυτό και ο Ηρακλής λέγεται «τριέσπερος» και «τρισέληνος».






Μετά τη Φθινοπωρινή ισημερία, 22-23 Σεπτεμβρίου, ο Ήλιος όλο και κατεβαίνει προς το Νότο, μέχρις ότου αγγίξει το νοτιότερο σημείο της τροχιάς του – το λεγόμενο χειμερινό ηλιοστάσιο – στις 21-22 Δεκεμβρίου, με τη μεγαλύτερη  νύχτα του χρόνου. Από την ημέρα αυτή ξεκινάει επίσημα ο χειμώνας. Όταν ο Ήλιος περάσει το χειμερινό ηλιοστάσιο, μετά τις 25 Δεκεμβρίου,  αρχίζει και πάλι να ανεβαίνει όλο και πιο ψηλά στον ουρανό, με αποτέλεσμα η ημέρα να κερδίζει ξανά το χαμένο «έδαφος», εωσότου στην εαρινή ισημερία το φως και το σκοτάδι έχουν πάλι ίση διάρκεια.

Τη χρονική αυτή περίοδο οι ιερείς διαφόρων θρησκειών μαζί με τον λαό έκαναν δεήσεις προς τον Ήλιο, ανάβοντας φωτιές και προσφέροντάς του θυσίες,  για να μην χαθεί οριστικά κάτω από τον ορίζοντα στην προαιώνια πορεία του προς το Νότιο ημισφαίριο.Με φωτιές και πανηγύρια γιόρταζαν όμως το ξαναμεγάλωμα της μέρας. Το φοβερό σκοτάδι νικήθηκε από τις ζωοποιές δυνάμεις του φωτός.


Το χειμερινό ηλιοστάσιο δεν «πέφτει» πάντα την ίδια ημερομηνία, αλλά κυμαίνεται μεταξύ της 20ής και της 23ης Δεκεμβρίου, με πιο πιθανές ημερομηνίες την 21η και την 22α. Την τελευταία φορά που το χειμερινό ηλιοστάσιο έπεσε στις 23 Δεκεμβρίου ήταν το 1903 και δεν θα ξανασυμβεί πριν το 2303. Οι ημερολογιακές αυτές διακυμάνσεις οφείλονται στο Γρηγοριανό Ημερολόγιο. 


Το χειμερινό ηλιοστάσιο δεν συμβαίνει πια στις 25 Δεκεμβρίου, όπως στην εποχή των Ρωμαίων, αλλά λίγο νωρίτερα, επειδή έχει αντικατασταθεί το παλαιότερο Ιουλιανό Ημερολόγιο, που είχε εισάγει ο Ιούλιος Καίσαρ, από το 44 π.Χ. και το οποίο είχε θεσπίσει το χειμερινό ηλιοστάσιο στις 25 Δεκεμβρίου, αλλά έχανε μία ημέρα κάθε 128 χρόνια. Το 1582, ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ′ εισήγαγε ένα νέο ημερολόγιο, που πήρε το όνομά του (Γρηγοριανό) και το οποίο χάνει μόνο μία ημέρα στα 4.000 χρόνια.Σε αυτό το ημερολόγιο το χειμερινό ηλιοστάσιο πέφτει μεταξύ  20 και 23 Δεκεμβρίου.



 Η συνέχεια ΕΔΩ: