Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

Σύντομη αναφορά στις προσπάθειες αποξήρανσης της λίμνης Κωπαΐδας και το Κωπαϊδικό Ζήτημα

Στις 23 Νοεμβρίου 2019 η κ. Δήμητρα  Μπαϊρακτάρη  παρουσίασε την εισήγησή της "Σύντομη αναφορά στις προσπάθειες αποξήρανσης της λίμνης Κωπαΐδας και το Κωπαϊδικό Ζήτημα" - στα πλαίσια του 1ου θεματικού κύκλου " Κωπαΐδα: φυσικό και ανθρωπογενές σύστημα του Λαϊκού Πανεπιστημίου με την επωνυμία "τροφώνιος ακαδημίας".
Ανατρέχοντας στην βιβλιογραφία μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει πως η αποξήρανση της λίμνης της Κωπαΐδας και η απόδοσή της στην καλλιέργεια δεν αποτέλεσε θέμα μόνο για την Σύγχρονη ιστορία  αλλά προέρχεται ήδη από την αρχαιότητα.

 Σύμφωνα με την βιβλιογραφία παρακάτω ακολουθεί μια καταγραφή εν συντομία των  έργων που έχουν πραγματοποιηθεί για την αποξήρανση της λίμνης:

1  Η αποξήρανση της Κωπαΐδας στα μυκηναϊκά χρόνια

Η παλαιότερη αποξήρανση ανάγεται στους χρόνους της μεγάλης ακμής των μυκηναϊκών ανακτόρων, όταν στην περιοχή κυριαρχούσε το μεγάλο κέντρο του βοιωτικού Ορχομενού. Την εποχή αυτή αναλήφθηκε το μεγαλόπνοο έργο της αποστράγγισης της λίμνης, αποτέλεσμα ενός μεγαλειώδους σε σύλληψη και εκτέλεση σχεδίου, η απήχηση του οποίου στις κατοπινές γενιές ήταν τέτοια ώστε να αποδοθεί στους Μινύες, τους μυθικούς κατοίκους του Ορχομενού, και να δώσει τροφή για μύθους και παραδόσεις σχετικά με την κατασκευή, τη χρησιμότητα και την τελική του καταστροφή.

2.  Νέα αποξήρανση τον 4ο αιώνα

Ακολουθεί η αποξήρανση που πραγματοποιήθηκε από τους Μακεδόνες και συνέβη όταν, μετά τη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ., η Μακεδονία υπό τον Φίλιππο Β΄ και τον Αλέξανδρο Γ΄ εδραιώθηκε στην κεντρική και νότια Ελλάδα. Τότε ήταν που, σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, ο Μέγας Αλέξανδρος ανέθεσε στον μηχανικό του, μεταλλευτή και ταφρωρύχο Κράτη, να αποξηράνει μεγάλο μέρος της λίμνης, πράγμα που έγινε το 335-331 π.Χ. με τη μερική χρήση των παλαιών μυκηναϊκών έργων, αλλά και την εκσκαφή μιας νέας κεντρικής αποστραγγιστικής τάφρου κατά μήκος της κωπαϊδικής λεκάνης. Το έργο ωστόσο για άγνωστους λόγους ποτέ δεν ολοκληρώθηκε.

3.  Αποξήρανση κατά τη ρωμαϊκή περίοδο

Οι μικρής έκτασης επεμβάσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Κωπαΐδα κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους ολοκλήρωσαν τον κύκλο των τεχνικών έργων που έγιναν σε αυτή κατά την αρχαιότητα για τη διευθέτηση του ρου των ποταμών και την αποκόμιση καλλιεργήσιμου εδάφους.

i.    Με πρωτοστάτη τον Επαμεινώνδα Επαμεινώνδου, ευεργέτη της πόλεως και του Βοιωτικού Κοινού, ο οποίος, σύμφωνα με επιγραφή του 1ου αι. μ.Χ. από το σημερινό Ακραίφνιο, χρηματοδότησε την επισκευή των παραμελημένων αναχωμάτων της περιοχής προσπαθώντας να σώσει την καλλιεργήσιμη γη του τόπου του από την υπερχείλιση της λίμνης κατά τους χειμερινούς μήνες.

ii.    Αντίστοιχα έργα πραγματοποιήθηκαν λίγο αργότερα και στην αντίπερα όχθη της λίμνης, στην περιοχή της Κορώνειας κατ’ εντολή του αυτοκράτορα Αδριανού (117-138 μ.Χ.) ύστερα από την επίσκεψή του στην πόλη το 125 μ.Χ. ο οποίος αυτοπροσώπως διέγνωσε το πρόβλημα έλλειψης καλλιεργήσιμης γης που προκαλούσαν οι πλημμύρες των ποταμών και των ρεμάτων της δυτικής Κωπαΐδας.

2.  Προσπάθειες αποξήρανσης κατά την σύγχρονη εποχή

3.    Μετά την απελευθέρωση και την ανασύσταση του Ελληνικού κράτους το 1830 η λίμνη της Κωπαΐδας πλημμύριζε ολόκληρη τη σημερινή πεδιάδα. Οι πρώτες σκέψεις και προτάσεις για την αποξήρανση άρχισαν πλέον να κάνουν την εμφάνισή τους στην ελεύθερη Ελλάδα. Το 1833 ο Ιωάννης Κωλέττης πρέσβης της Ελλάδας στο Παρίσι υποδεικνύει στους Γάλλους κεφαλαιούχους, στους τραπεζίτες και στις μεγάλες επιχειρήσεις το θέμα της αποξήρανσης της Κωπαΐδας και της απελευθέρωσης 280.000 στρεμμάτων. Από εδώ και πέρα θα αρχίσει μια περιπετειώδης προσπάθεια που θα κρατήσει πάνω από 50 χρόνια, μέχρι να αποδοθεί στην καλλιέργεια ο απέραντος αυτός κάμπος.

4.    Αξίζει τον κόπο να καταγράψουμε περιληπτικά, τις προσπάθειες για την αποξήρανση της λίμνης, που χρονολογικά έχουν ως εξής:

5.    (α)     Το 1834, μηχανικοί του βασιλιά Όθωνα συνέταξαν μελέτη αποξήρανσης, αλλά δεν δόθηκε συνέχεια.

6.    (β)     Το 1836, Γερμανός γεωμέτρης, στο πλαίσια τοπογραφικής καταγραφής των κρατικών κτημάτων, συνέταξε μελέτη αποξήρανσης, η οποία δεν υλοποιήθηκε λόγω υψηλού κόστους.

(γ) Το 1844, ο ειδικός στις αποξηράνσεις, Γάλλος μηχανικός, «Σωβάζ» συνέταξε μελέτη αποξήρανσης η οποίαυλοποιήθηκε λόγω υψηλού κόστους, αλλά οι προτάσεις του δωρίσθηκαν στην Ελληνική Κυβέρνηση.

(δ) Το 1852, ο καθηγητής δημοσίων έργων Παπαγεωργίου, με εντολή της Κυβέρνησης συνέταξε μελέτη αποξήρανσης, στη λογική των έργων των αρχαίων Μινύων, δηλαδή η αποστράγγιση θα γινόταν μέσω της Μεγάλης Καταβόθρας που βρίσκεται στον οικισμό Άγιος Ιωάννης στο Νέο Κόκκινο. Το έργο δεν υλοποιήθηκε λόγω υψηλού κόστους.
(ε) Το 1858, Άγγλοι επιχειρηματίες ενδιαφέρθηκαν για το θέμα της αποξήρανσης, αλλά οι προτάσεις τους που αφορούσαν την εκμετάλλευση των εκτάσεων και της γύρω περιοχής, απορρίφθηκαν από την Ελληνική Κυβέρνηση.

(στ)         Το 1865, υπογράφεται σύμβαση μεταξύ της Ελληνικής Κυβέρνησης και του εκπροσώπου Γάλλων κεφαλαιούχων Μονφερριέρ. Το έργο δεν υλοποιήθηκε, λόγω αδυναμίας εκτέλεσης του έργου από τη Γαλλική πλευρά και η σύμβαση ακυρώθηκε.

(ζ) Το 1866, Ελληνική επιτροπή προσπάθησε να κινητοποιήσει Έλληνες ομογενείς, ώστε να αναλάβουν τη χρηματοδότηση του έργου, χωρίς αποτέλεσμα.

(η) Το 1876, Όμιλος Ελληνικών Τραπεζών υπέβαλλε πρόταση στην Ελληνική Κυβέρνηση να συσταθεί Ανώνυμη Εταιρεία για την υλοποίηση του έργου, αλλά το θέμα δεν είχε συνέχεια.

(θ) Το 1879, ο Γάλλος πολιτικός μηχανικός Μουλέ, έριξε την ιδέα να μη στηριχθεί η αποξήρανση στο σχέδιο Σωβάζ, δηλαδή στην παροχέτευση των υδάτων στις καταβόθρες, αλλά στις δύο λίμνες Υλίκη και Παραλίμνη, μέσω τεχνητής υπόγειας διώρυγας, οι οποίες θα λειτουργούσαν και ως δεξαμενές -αποταμιευτήρες, για την άρδευση των καλλιεργειών τους θερινούς μήνες.

(ι) Το 1880, υπογράφεται σύμβαση μεταξύ της Ελληνικής Κυβέρνησης και της Γαλλικής εταιρείας με την επωνυμία: ‘Γαλλική Εταιρεία προς αποξήρανσιν και καλλιέργειαν της Κωπαΐδας λίμνης’ για την εκτέλεση του έργου με τους ίδιους όρους που προβλέπονταν στη σύμβαση Μονφερριέρ και με τις αναγκαίες τροποποιήσεις στα σχέδια Σωβάζ.

(ια)          Το 1882 αρχίζουν επιτέλους τα έργα και παρά τις αντίξοες συνθήκες και πολλές δυσκολίες, το έργο ολοκληρώνεται.
(ιβ)          Τον Ιούνιο 1886 γίνονται τα εγκαίνια, με κάθε λαμπρότητα όπως ταιριάζει σε ένα τόσο μεγάλο έργο. Ο φουστανελοφόρος τότε Δήμαρχος του Ακραιφνίου κ. Παγώνας (ή Παγώνης) απηύθυνε τον παρακάτω χαιρετισμό:

“Χαιρετίζω τα της Κωπαΐδας εγκαίνια, ότι προ αιώνων οι ισχυροί της γης συνέλαβον, σήμερον μετά συγκινήσεως και χαράς βλέπομεν τετελεσμένον. Η μεγάθυμος Γαλλίασυμπλεγμένας τας χείρας έχουσα μετά της Ελλάδος μεταβάλλει την άγονον Κωπαΐδα εις Εδέμ, την υλήν εις Χρυσόν, μας αποδίδει την ζωήν και την υγείαν. Αι τρεις παρόχθιαι επαρχίαι του κράτους γίνονται παράγοντες πλούτου. Οι Ακραίφνιοι ους έχω την τιμήν να αντιπροσωπεύω, εκφράζουσι τη Εταιρεία την ευγνωμοσύνη των.”

(ιγ) Δυστυχώς όμως το 1887 η Κωπαΐδα ξαναγίνεται λίμνη. Οι Γάλλοι μηχανικοί Ταράτ και Ποσσέ είχαν κάνει το βασικό λάθος να μη λάβουν υπόψη τους ότι ο πυθμένας της λίμνης αποτελείτο από σάπια φύκια και ύλη πάχους 4μ. που πήρε φωτιά μετά την αποξήρανση και καιγόταν σε έκταση δεκάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων χωρίς να μπορεί να σβηστεί για πολλά χρόνια. Από το γεγονός αυτό η επιφάνεια του εδάφους έπεσε περισσότερο από τρία μέτρα με αποτέλεσμα να βρεθεί η διώρυγα αιωρούμενη και άχρηστη για το έργο για το οποίο κατασκευάστηκε.

(ιδ) Το 1887 η Γαλλική εταιρεία, μη μπορώντας να ανταπεξέλθει οικονομικά στην ανακατασκευή του έργου, εκχωρεί τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις στην Αγγλική εταιρεία ‘Lake Copais Co LTD’. Η Ελληνική Κυβέρνηση αναγνώρισε την εκχώρηση αυτή και η ανακατασκευή ξεκινά με τους Άγγλους με μεγάλες δυσκολίες προκειμένου να διορθώσουν το λάθος των Γάλλων.

Σε πολλά σημεία του κάμπου η αυτό-ανάφλεξη της τύρφης δεν μπορούσε, ούτε να προβλεφθεί, ούτε να αντιμετωπισθεί, γιατί διέγραφε μια μακρόχρονη πορεία μέχρι που η φωτιά να σβήσει μόνη της. Παρ΄ όλα αυτά η Ελληνική κυβέρνηση κήρυξε εκπρόθεσμη την Εταιρεία και της επέβαλε πρόστιμο ύψους 1.550.000 δρχ. Η Αγγλική εταιρεία, που αρνήθηκε να πληρώσει το πρόστιμο, διαμαρτυρήθηκε έντονα στην Ελληνική κυβέρνηση για παραβίαση των στοιχειωδών κανόνων δεοντολογίας, να καλέσει δηλαδή σε απολογία τον έτερο των αντιδίκων, προκειμένου να ακούσει και τις απόψεις του.

Αρχικά δοκίμασαν την τεχνητή άντληση των υδάτων του πυθμένα και αυτό είχε ως επακόλουθο να υποχωρήσει περισσότερο ο πυθμένας και έπρεπε να αυξηθεί περισσότερο η άντληση. Κατά το έτος 1923 πραγματοποιήθηκε μια εμπεριστατωμένη μελέτη και αποφασίστηκε να δοθεί η λύση μέσω της εκβάθυνσης της αποχετευτικής υπόρυγας και των συναφών αποστραγγιστικών διωρύγων σε τέτοιο βάθος που να επιτρέπεται η φυσική ροή της αποστράγγισης όλης  της περιοχής.  Για τα πρόσθετα αποστραγγιστικά και αρδευτικά έργα σε διάφορα σημεία δαπανήθηκαν περίπου 200.000 λίρες.

(ιστ) Στις βουλευτικές εκλογές του 1892 νικητής αναδείχθηκε ο Χαρίλαος Τρικούπης, ο οποίος έχοντας ανάγκη να συνάψει δάνειο από την χρηματαγορά του Λονδίνου, αναγκάζεται να ανακαλέσει το πρόστιμο που είχε επιβάλει η προηγούμενη κυβέρνηση.

Την ίδια χρονιά (1892) , τελείωσαν τα έργα ανακατασκευής και επιτέλους η λίμνη Κωπαΐδα αποστραγγίστηκε οριστικά και έγινε κάμπος μετά από 3.200 χρόνια.

Αποστραγγιστικό - Αρδευτικό Σύστημα της Κωπαΐδας


 Το έργο δεν στηρίχθηκε στον αρχικό σχεδιασμό να διοχετευτούν τα νερά προς Γλά και το Κεφαλάρι που βρίσκονται και οι μεγάλες καταβόθρες. Η κοίτη του Κηφισού άλλαξε πορεία, έγινε μακρά τάφρος από την περιοχή του Ορχομενού προς νότο κατά μήκος των δυτικών κρασπέδων της άλλοτε λίμνης μέχρι της Αλιάρτου, ανατολικά του όρους της Σφίγγας. Από την Αλίαρτο η κοίτη αυτή στρέφεται προς τα βορειοανατολικά και καταλήγει με τούνελ στην σημερινή λίμνη Υλίκη. Στη νέα κοίτη του Κηφισού χύνονται όλα τα ποτάμια που έρχονταν στη λίμνη από τα δυτικά (όπως η Έρκυνα της Λιβαδειάς και άλλα μικρότερα ποτάμια της περιοχής).

Ο Μέλας που πηγάζει όπως αναφέραμε από το Ορχομενό ακολουθεί στο μεγαλύτερο τμήμα, τη διαδρομή της τάφρου που είχαν χαράξει οι Μινύες και 3 χιλιόμετρα περίπου πριν το Κάστρο, αντί να ακολουθήσει την πορεία προς το Γλά και την μεγάλη καταβόθρα, (όπως ήταν ο αρχικός σχεδιασμός) στρέφεται νοτιοανατολικά και συναντά λίγο πριν την διασταύρωση Ακραιφνίου, την κεντρική διώρυγα όπου εκβάλει ο Κηφισός και άλλα δύο ποτάμια που έχουν ανοιχθεί ανάμεσα στον Κηφισό και τον Μέλανα. Η κεντρική διώρυγα καταλήγει στην σήραγγα (τούνελ) Καρδίτσας και από εκεί στην Υλίκη.

Επειδή σκοπός των έργων δεν ήταν μόνο η αποξήρανση της λίμνης αλλά και η άρδευση της πεδιάδας που θα προέκυπτε σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε ένα θαυμάσιο αρδευτικό-αποστραγγιστικό σύστημα. Στα τέσσερα ποτάμια που διασχίζουν την Κωπαΐδα, δεξιά και αριστερά της κοίτης τους, κατασκευάστηκαν αναχώματα και πάνω σ΄ αυτά έγιναν δρόμοι. Έτσι με γεμάτα τα ποτάμια η στάθμη του νερού ήταν πάνω από την επιφάνεια των χωραφιών και το νερό μπορούσε να διοχετευτεί για πότισμα με φυσική ροή σε μεγάλο τμήμα του κάμπου. Καθ΄ όλο το μήκος των ποταμών, από την μία πλευρά τους, δίπλα στα αναχώματα φυτεύτηκαν δενδροστοιχίες με λεύκες και κάθε ένα χιλιόμετρο κι΄ από τις δύο πλευρές τους, ανοίχτηκαν κανάλια (σούδες) κάθετα με τα ποτάμια που επικοινωνούσαν μ΄ αυτά με φράγματα. Επίσης με τον ίδιο τρόπο δίπλα από τα κανάλια έγιναν αναχώματα, πάνω σ΄ αυτά δρόμοι και κάθε χιλιόμετρο κάθετα μ΄ αυτά έγιναν άλλα κανάλια. Έτσι όλος ο κάμπος ή τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος του χωρίστηκε σε τετραγωνικά χιλιόμετρα. Κάθε δε τετραγωνικό χιλιόμετρο χωρίστηκε με άλλες σούδες σε τέσσερα τμήματα των 250 στρεμμάτων.

Στις γωνίες των τετραγωνικών χιλιομέτρων σε μία τριγωνική έκταση με κάθετες πλευρές περίπου 100-120 μ. φυτεύτηκαν ακακίες ή λεύκες. Τα περίφημα τρίγωνα της Κωπαΐδας. Σε όλες τις διακλαδώσεις μεταξύ ποταμών-καναλιών και καναλιών με άλλα κανάλια αλλά και ενδιάμεσα, έγιναν γέφυρες και φράγματα. Με τις κατάλληλες παρεμβάσεις κλείνοντας ή ανοίγοντας τα φράγματα το νερό μπορούσε να οδηγηθεί στο επιθυμητό σημείο για πότισμα. Η συνολική έκταση που κατελάμβαναν τα έργα αυτά (ποτάμια, σούδες, δρόμοι, τρίγωνα κ.λπ.) έφθανε τα 16700 στρέμματα. Το κτήμα διέθετε οδικό δίκτυο 600 χιλιομέτρων και εκατοντάδες μεγάλες και μικρές γέφυρες και φράγματα.


Εγκαταστάσεις για τη διαχείριση της πεδιάδας 


Για την σωστή διαχείριση της πεδιάδας, που ήταν εξίσου δύσκολη με την αποξήρανση, έπρεπε να γίνουν οι απαραίτητες εγκαταστάσεις στο καταλληλότερο χώρο και να οργανωθεί ένα σύστημα αποτελεσματικής διοίκησης. Προσωρινά η Εταιρεία λειτούργησε στις εγκαταστάσεις των Θηβών, όπου υπογράφηκε και το πρωτόκολλο παραλαβής (21-9-1892). Η οριστική όμως εγκατάσταση προβλεπότανε να γίνει στην Αλίαρτο, όπου από το 1887 είχαν κτιστεί και τα πρώτα κτίρια. Η επιλογή της Αλιάρτου συγκέντρωνε πολλά πλεονεκτήματα. Ήταν πάνω στην μοναδική Εθνική Οδό που συνέδεε την Αθήνα με τις πρωτεύουσες των γύρω νομών, ήταν στο κεντρικότερο σημείο του κτήματος και μακριά από τα επικίνδυνα έλη του κάμπου. Επί πλέον στο Μούλκι προβλεπότανε να γίνει ενδιάμεσος Σταθμός του σιδηροδρόμου Αθηνών-Λαμίας.

    Ανάμεσα στα χωριά Μάζι και Μούλκι υπήρχε μια μεγάλη έκταση που είχε παραχωρηθεί από το Ελληνικό Κράτος με το νόμο περί «Προικοδοτήσεως Ελλήνων Αγωνιστών του 1821» στους οπλαρχηγούς Γεώργιο Κριμπά από το Μάζι και Νικόλαο Κριεζώτη από την Εύβοια. Στο κτήματα αυτά και σε μικρές άλλες ιδιοκτησίες που συνόρευαν βρέθηκε και ο κατάλληλος χώρος για την δημιουργία των απαραιτήτων εγκαταστάσεων της εταιρείας. Έτσι δίπλα ακριβώς από την εθνική οδό Αθηνών-Λαμίας (παλαιά εθνική οδό) προς το νότο, κτίστηκε το κτίριο της Διοίκησης και οι κατοικίες για τους ανώτερους, τους μεσαίους και τους κατώτερους υπαλλήλους της εταιρείας. Στο βάθος του τεράστιου αυτού κήπου κτίστηκε η πολυτελής κατοικία του Γενικού Διευθυντή. Ο χώρος ανάμεσα στις κατοικίες και τις άλλες εγκαταστάσεις γέμισε από δέντρα και θάμνους και παρτέρια με παντός είδους λουλούδια, ενώ όλο το κτιριακό συγκρότημα ήταν περιφραγμένο και οι είσοδοι ελεγχόμενοι. Στο χώρο του κήπου αργότερα κατασκευάστηκε υδρόμυλος και ριζόμυλος. Στους ντόπιους αλλά και στους κατοίκους των γύρω περιοχών ο οικισμός αυτός θα γίνει γνωστός με την ονομασία Κριμπάς, όνομα που επεκράτησε από το κτήμα που αναφέραμε παραπάνω. Ο δε χώρος των εγκαταστάσεων, που αποτελούσε και το αξιοθέατο της περιοχής, κήποι του Κριμπά.

       Στην Αλίαρτο κατασκευάστηκε επίσης ένα πρότυπο σύνολο από στάβλους που περιλάμβαναν μονάδα αναπαραγωγής ζώων για όργωμα, ζώων για παραγωγή γάλακτος και μονάδα αναπαραγωγής αλόγων που χρησίμευαν στις μετακινήσεις των επιστατών και για να σέρνουν τις άμαξες των διευθυντικών στελεχών στις συχνές επιθεωρήσεις των αγρών και των εγκαταστάσεων του κάμπου. Κτίστηκαν ακόμη στην Αλίαρτο τεράστιες αποθήκες, για την συγκέντρωση της παραγωγής, μηχανουργείο και αποθήκη καυσίμων. Στην έξοδο της σήραγγας Καρδίτσας (Ακραίφνιο) στην Υλίκη κατασκευάστηκε Υδροηλεκτρικό Εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, που με ηλεκτρικό δίκτυο μήκους 13 χλμ. ηλεκτροδοτούσε τον οικισμό και ολόκληρες τις εγκαταστάσεις της εταιρείας στην Αλίαρτο. Στα κεντρικά κτίρια της Εταιρείας εγκαταστάθηκε η Διοίκηση και τα Τμήματα: Οικονομικό, Διοίκησης, Προμηθειών, Μηχανολογικό, Τεχνικών Έργων και το τμήμα Καλλιέργειας.

    Το καλλιεργητικό τμήμα του κτήματος χωρίστηκε διοικητικά σε 5 μεγάλες περιφέρειες: του Ορχομενού, του Μέλανα, του Ακραιφνίου, του τμήματος Α-Γ και του τμήματος Β-Η. Στις περιοχές αυτές κατασκεύασε γραφεία, αποθήκες και κατοικίες για το διοικητικό προσωπικό, τους επιστάτες και τους φύλακες. Σε επιλεγμένες θέσεις μέσα στον κάμπο, κάθε δύο τρία χιλιόμετρα, συνήθως κοντά στα ποτάμια κατασκεύασε τα φυλάκια, που ήταν κτίρια με δωμάτια για την παραμονή των φυλάκων, αποθήκες για την συγκέντρωση των καρπών, ημι-υπαίθριους και υπαίθριους χώρους για τις συναλλαγές των καλλιεργητών με την Εταιρεία. Στον προαύλιο χώρο όλων των φυλακίων ανοίχτηκαν πηγάδια για την εξασφάλιση πόσιμου νερού για το προσωπικό, αλλά και για τα ζώα τόσο της Εταιρείας όσο και των αγροτών που καλλιεργούσαν τα χωράφια. Τους καλοκαιρινούς μήνες κοντά στα φυλάκια, συνήθως στα πλησιέστερα τρίγωνα, οι αγρότες έφτιαχναν πρόχειρα καταλύματα διανυκτέρευσης, για να αποφεύγουν τις πολύωρες μετακινήσεις στα χωριά τους.


                                    Γενική άποψη των κτιρίων στην Αλίαρτο

                                          Συγκρότημα κτιρίων της Εταιρείας



                                                            Κτίριο Διοίκησης

  

                           Δυτική πλευρά της κατοικίας του Γενικού Δ/ντή της Εταιρείας



         Καλλιεργητικό Πρόγραμμα

Η αυτανάφλεξη της τύρφης, πέραν των δυσκολιών που είχε δημιουργήσει στην ομαλή πορεία των έργων, είχε καταστρέψει τις οργανικές ουσίες του εδάφους και είχε μειώσει σε μεγάλο βαθμό την αποδοτικότητα της γης. Επίσης κάποιες πρώτες εκμεταλλεύσεις είχαν αποδείξει την ύπαρξη σε μικρό βάθος αργιλικών πετρωμάτων τα οποία απαιτούσαν επιφανειακό όργωμα και οργανωμένη επίβλεψη της καλλιέργειας.
Η έλλειψη σύγχρονης τεχνολογίας στην καλλιέργεια αποτελούσε ένα σοβαρό αρνητικό παράγοντα στην απόδοση των καλλιεργούμενων εκτάσεων.
Η εταιρεία προσπαθούσε να προσελκύσει του παραλίμνιους καλλιεργητές με διάφορους τρόπους. Λέγεται μάλιστα ότι, όποιος καθάριζε από τα καλάμια και καθιστούσε καλλιεργήσιμη μια έκταση θα έπαιρνε τη μισή και θα πλήρωνε γι΄ αυτή μόνο τα αρδευτικά. Έτσι οι κάτοικοι του Μαρτίνου, είχαν φθάσει να έχουν στην Κωπαΐδα 18.000 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης.
Η εταιρεία για να μεγιστοποιήσει την απόδοση των εδαφών και να κάνει σωστή διαχείριση των υδατίνων πόρων καθιέρωσε ένα «Κυλιόμενο» πρόγραμμα καλλιέργειας. Αυτό σήμαινε ότι κάθε καλλιεργητής ήταν υποχρεωμένος να καλλιεργήσει το προϊόν το οποίο προβλεπόταν από το ετήσιο πρόγραμμα καλλιέργειας της εταιρείας. Η παραβίαση αυτού του κανόνα ισοδυναμούσε με έξωση από τα κτήματα της εταιρείας. Με το πρόγραμμα αυτό μπορούσε η εταιρεία να διαπιστώσει την στρεμματική απόδοση των χωραφιών και να υπολογίσει περίπου τα συνολικά έσοδα του κτήματος.
Από το 1887 Γάλλοι κεφαλαιούχοι και οι παλαιοί ομογενείς επενδυτές κατέχουν την πλειοψηφία των μετοχών, την διαχείριση όμως και την επενδυτική πολιτική την έχουν οι «στρατηγικοί» επενδυτές. Οι Άγγλοι έχοντας το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας γνωρίζουν ότι τα κεφάλαια που επενδύουν δε θα αποδώσουν άμεσα, αλλά μετά από κάποια χρόνια, θα έχουν τελικά ένα ικανοποιητικό εισόδημα. Οι παλαιοί όμως μέτοχοι βλέποντας ότι για την ολοκλήρωση των έργων απαιτούνται νέες επενδύσεις με αβέβαιες γι΄ αυτούς αποδόσεις, προτιμούν να πωλήσουν το κτήμα στο κράτος, συμπλέοντας έτσι με τους καλλιεργητές. Η διαφορά αυτή των αντιλήψεων μεταξύ εταιρείας και παλαιών επενδυτών θα διαιωνίζεται ως την τελική εξαγορά από το Ελληνικό Δημόσιο. Από την άλλη πλευρά η πολιτική της εταιρείας προς τους καλλιεργητές δεν επέτρεπε την ειρηνική συνεργασία, προς όφελος και των δύο πλευρών. Η αυθαίρετη αύξηση του γεώμορου και οι άλλες επιβαρύνσεις είχαν καταστήσει ασύμφορη την καλλιέργεια των χωραφιών με αποτέλεσμα πολλοί καλλιεργητές σιγά-σιγά να τα ε εγκαταλείπουν. Η κατάσταση που είχε δημιουργηθεί οδήγησε σε κινητοποιήσεις, έντονες διαμαρτυρίες και τελικά στην μεγάλη απεργία του 1930-1931.
Για δύο χρόνια έμεινε ακαλλιέργητο ένα μεγάλο τμήμα του κάμπου. Όλοι ζητούσαν την απαλλοτρίωση και την διανομή της γης στους αγρότες. Όμως το τίμημα που ζητούσε η Εταιρεία ήταν απαγορευτικό για την οικονομία της Ελλάδας, που προσπαθούσε να επουλώσει ακόμη τις πληγές της από την μακρόχρονη περιπέτεια της Μικρασιατικής καταστροφής. Έτσι η κυβέρνηση Βενιζέλου περιορίστηκε να δεχτεί την μείωση του γεώμορου κατά 2% που προσέφερε η εταιρεία.

Το Κωπαϊδικό Ζήτημα

Η πλευρά της «Lake Copais Co LTD»
 Σύμφωνα με την ίδια την Αγγλική εταιρεία στο βιβλίο «Σύνοπτική Έκθεσις της ιστορίας και του έργου της Ανωνύμου εταιρείας της Λίμνης της Κωπαϊδος» , ανάμεσα σε όλες τις δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει ήταν και αυτό της Καταπάτησης των εκτάσεων της λίμνης.
Συγκεκριμένα,  το πρόβλημα άρχισε όταν τα αποστραγγιστικά έργα άρχισαν να παρουσιάζουν αποτελέσματα και να υποχωρούν τα  ύδατα της λίμνης. Τότε διάφοροι περίοικοι  γαιοκτήμονες , ισχυριζόμενοι δικαιώματα νομής και με ισχυρή την τότε πολιτική υποστήριξη καταπάτησαν τις όχθες  της λίμνης  και ήγειραν αξιώσεις για 28.427 στρέμματα. Κατά αυτής της καταπάτησης η εταιρεία διαμαρτυρήθηκε πολλάκις στην εκάστοτε Κυβέρνηση χωρίς ωστόσο να επιλυθεί το πρόβλημα. Για τον λόγο αυτό αποφασίστηκε με τον Ν. 3242/1819 να δοθεί η λύση μέσω του Διαιτητικού Δικαστηρίου όπως και για όλες  τις υφιστάμενες τότε διαφορές μεταξύ της Εταιρείας και του Ελληνικού Δημοσίου.
Το Διαιτητικό Δικαστήριο απαρτιζόταν από τον Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου Κ. Γεωργιάδη εκ μέρους του Ελληνικο0ύ δημοσίου και από τον  Sir Robert Windam Graves, KCMG, εκ μέρους  της Εταιρείας. Σε περίπτωση που δεν θα υπήρχε συμφωνία  θα διοριζόταν Επιδιαιτητής υπό του Προέδρου της Ελβετικής Δημοκρατίας  ή υπό του προέδρου  του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.
Στον συγκεκριμένο Νόμο δινόταν επιπλέον η δυνατότητα  στην Εταιρεία να χρησιμοποιεί τα ρέοντα  προς τις λίμνες Υλίκη και Παραλίμνη και από αυτές ύδατα προκειμένου να παράγεται ηλεκτρική δύναμη για 99 έτη.
Οι αρμοδιότητες του δικαστηρίου ήταν:
     i.        Να αποφανθεί για την καταπάτηση και να ορίσει το ποσό σε χρυσό  που θα πρέπει να καταβληθεί ως αποζημίωση από το ένα μέρος στο άλλο.
   ii.        Να αποφανθεί για την –παραχώρηση από το δημόσιο την δυνατότητα στην Εταιρεία να εκμεταλλευτεί τα ρέοντα ύδατα της Λίμνης και Παραλίμνης για παραγωγή της υδροηλεκτρικής ενέργειας.
  iii.        Να καθορίσει τους όρους για τους οποίους η Εταιρεία είχε την υποχρέωση να προσφέρει προς αγορά τα παραχωρηθέντα σε αυτή  κατά πλήρη κυριότητα και κατ’ επικαρπία γης εκτός από 30.000 στρέμματα  που θα παρέμεναν σε αυτή κατά πλήρη κυριότητα.

Η απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου εξέδωσε την απόφασή του που υπεγράφη την 06/07/1925. Οι κύριες Διατάξεις του ήταν:
     i.        Να καταβληθούν στην Εταιρεία από το Ελληνικό Δημόσιο 60.000 χρυσές λίρες  ως αποζημίωση για την παράνομη καταπάτηση των 28.427.
   ii.        Η Εταιρεία να κρατήσει κατά πλήρη κυριότητα εκτός των 30.000 στρέμματα την έκταση που θα παρέμενε απούλητη ύστερα από συγκεκριμένη χρονική προθεσμία δηλ. τα υπόλοιπα 44.000 στρέμματα κατά πλήρη κυριότητα και 116.573 στρέμματα που της ανήκουν κατ’ επικαρπία για τα υπόλοιπα 62 έτη. 
  iii.        Η Εταιρεία να έχει την χρήση για 99 έτη των λιμνών Υλίκης και Παραλίμνης και των ρεόντων προς και από αυτές υδάτων για την παραγωγή της υδροηλεκτρικής Ενέργειας μέσω προκαθορισμένων όρων  από συγκεκριμένη  επιτροπή.

Η άλλη πλευρά… των καλλιεργητών
Είναι πράγματι πολύ ενδιαφέρον να μελετήσουμε και την άλλη πλευρά , εκείνη των εργατών του Κάμπου. Το Κωπαϊδικό ζήτημα το οποίο εκείνη την περίοδο εμφάνιζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον συνυπήρχε με την δημιουργία του Ελληνικού κράτους και αποτελεί τυπικό δείγμα της αδυναμίας της πολιτείας να αντιμετωπίσει μεγάλα προβλήματα χωρίς την προσφυγή στο ξένο κεφάλαιο.
Συγκεκριμένα, από την μία πλευρά υπήρχαν οι  ακτήμονες καλλιεργητές οι οποίοι ζούσαν στην περιφέρεια της Κωπαΐδας και ουσιαστικά είχαν τεθεί υπό δουλοπαροικιακό καθεστώς από την Αγγλική εταιρία.  Από την άλλη πλευρά υπήρχε το προσφυγικό ζήτημα στο Ελληνικό Κράτος. Η σύνδεση των δύο αυτών ζητημάτων έγινε όταν μετά από διαπραγματεύσεις σχετικά με την παροχή δανείου στην  Ελλάδα το 1925, ο  οίκος Χάμπρο εξάρτησε την παροχή προσφυγικού δανείου από την αποδοχή διαιτησίας που ζητούσε η Αγγλική εταιρία της Κωπαΐδας.
 Με την διαιτησία αυτή η εταιρία απέκτησε την κυριότητα τεραστίων εκτάσεων και άρχισε μια απάνθρωπη εκμετάλλευση των αγροτών με υπέρογκα μισθώματα και άλλες καταπιεστικές αξιώσεις, με αποτέλεσμα ο Ελληνικός νόμος να μην έχει εφαρμογή στην συγκεκριμένη περιοχή, οι δε κάτοικοι να θεωρούνται «λευκοί σκλάβοι». Ο Μεταπολεμικός νόμος ο οποίος ρύθμιζε την αναγκαστική μίσθωση των γαιών δεν είχε ισχύ για την Κωπαΐδα, μετά από ωμή επέμβαση των Αγγλικών διπλωματικών αρχών στον αρμόδιο Έλληνα υπουργό.
Είναι σημαντική η άποψη του κ. Δ.  Παπασπύρου Βουλευτή Αττικής ο οποίος υποστήριξε ότι η μόνη δυνατή λύση είναι η απαλλοτρίωση της Κωπαϊδικής γης υπέρ των ακτημόνων αγροτών αφού εφαρμοσθεί και επί της Κωπαΐδος ο νόμος για την αναγκαστική εκμίσθωση γαιών. Αυτό ήταν κατά την γνώμη του  απαραίτητο διότι η Αγγλική εταιρεία πραγματοποιούσε ιλιγγιώδη κέρδη και απέφευγε να πληρώνει φόρους, με αποτέλεσμα η φοροδιαφυγή μόνο στο ετήσιο εισόδημα στο βαμβάκι να αντιστοιχεί με φορολογία 50.000 Ελλήνων πολιτών περίπου. Συνεπώς η γη έπρεπε να αποδοθεί στους φυσικούς της δικαιούχους, δεδομένου ότι η υφισταμένη στενότητα κλήρου και η ακτημοσύνη εκείνη την εποχή δεν παρείχαν περιθώρια αναμονής. Η αποδοτικότητα του εδάφους και η παραγωγικότητα μπορούσε να αυξηθεί, γιατί ο αγρότης εργάζεται περισσότερο όταν του ανήκει η γη. Με αυτόν τον τρόπο θα δινόταν και η ευκαιρία να βοηθήσουν και να ενισχύσουν τους πρόσφυγες της περιοχής οι οποίοι ζητούσαν εργασία.
Η όξυνση των κοινωνικών αναταραχών στην περιοχή αναγκάζει την Κυβέρνηση Βενιζέλου να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με την Αγγλική Εταιρεία και να προτείνει την εξαγορά του Κωπαϊδικού  πεδίου.  Η αποτυχία όμως των διαπραγματεύσεων οδηγεί στην κλιμάκωση της έντασης με τους καλλιεργητές να απεργούν για 2 χρόνια (1930-1931) απέχοντας από κάθε καλλιέργεια γης. Έτσι η Κυβέρνηση Βενιζέλου προσπαθεί να βρει μια μέση λύση η οποία τελικά προκύπτει με την σχετική υποχώρηση της Αγγλικής Εταιρείας στα 1933 όπου γίνεται και η ριζική διευθέτηση του ζητήματος.
 Να σημειωθεί πάντως ότι παρ' όλες τις εξελίξεις και τις εντάσεις που υπήρχαν ανάμεσα σε  Ελλάδα και Αγγλία λόγω της εκμετάλλευσης της Κωπαΐδας από την Εταιρεία, η Αγγλία πέτυχε την αποξήρανση της Κωπαΐδας και τον εκσυγχρονισμό της γεωργικής παραγωγής στην περιοχή.
Χάουαρντ Μακ Ελντέρ 
Ένας από τους συντελεστές της μεγάλης προσπάθειας για την αξιοποίηση και την σωστή διαχείριση του κάμπου, ήταν ο Άγγλος διευθυντής Χάουαρντ Μακ Ελντέρ. Πράγματι από το 1908 έως 1952, με εξαίρεση τα χρόνια της Γερμανικής κατοχής, ήταν η ψυχή του κάμπου. Οι σύγχρονοι του, τον θυμούνται να γυρίζει με την άμαξα του, ατέλειωτες ώρες μέσα στον κάμπο, να επισκέπτεται τα γραφεία, τα φυλάκια και τις εγκαταστάσεις, σ΄ όλη την έκταση του κάμπου για να έχει προσωπική άποψη για όλα τα θέματα που απασχολούσαν το κτήμα.