Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2020

Αθήνα και Ελευσίς Κωπαΐδας, Αλαλκομενές, Κορώνεια, Λαφύστιο όρος, σπήλαιο Νυμφών.


 Εισήγηση της Νιαβή Βασιλικής στις 7 Δεκεμβρίου 2019  στα πλαίσια της  "τροφώνιας ακαδημίας"

Με οδηγό  τον Παυσανία αναζητούμε τα ίχνη: των Αθηνών, της Ελευσίνας, των αρχαίων Αλαλκομενών ,της  αρχαίας Κορώνειας ,της θεάς Αθηνάς στη Βοιωτία  και το το σπήλαιο Νυμφών.


Η λίμνη είχε στο πέρασμα των χρόνων  είχε διαφορετικές  ονομασίες όπως: Κηφησίς, Λευκωνίς, Αλιαρτίς, Ογχηστίς, Ελευσίς, Ακραιφνίς, Ορχομενία και Κωπαΐς.  Κατά την αρχαιότητα γύρω από τη λίμνη υπήρχαν 66 οικισμοί που κατά καιρούς αφανίστηκαν, μερικά εξ αυτών σώθηκαν τα ονόματά τους.  

Α. Οι  αρχαίοι κάτοικοι της Βοιωτίας   


Ως αρχικοί κάτοικοι της Βοιωτίας  φέρονται οι Έκτηνες, οι Ύαντες, οι Άονες και οι Τέμμικες, η δε χώρα ονομάζεται Αονία, λεγόταν και  όμως και Ωγυγία, από τον μυθικό βασιλιά Ωγύγη, γιο του Ποσειδώνα και πατέρας της Αλαλακομενίας και της  Αυλίδας, στον καιρό του οποίου συνέβη ο ένας από τους τρεις μεγάλους κατακλυσμούς της ελληνικής μυθολογίας, που φέρει και το όνομά του. 

Αργότερα ένα άλλο γένος κατέρχεται από τη Θεσσαλία, υπό την ηγεμονία του Ανδρέως, γιος του Πηνειού, και ιδρύει την Ανδρηίδα.   Μετά κατεβαίνει από τη Θεσσαλία ο Αθάμας, γιος του Αιόλου, και εγκαταστάθηκε ΝΑ της Κωπαΐδας, στο Αθαμανικό πεδίο,  και ίδρυσε την πόλη του Ακραίφνιου. Την ίδια εποχή εμφανίζεται ο Κάδμος και η νότια Αονία ονομάστηκε Καδμεία.


Εικ. από το βιβλίο του Σπ. Φλώρου «Λεβαδειακή τριλογία»

Οι Αθαμάνες κάποια στιγμή, χωρίς φανερό λόγο, εγκαταλείπουν το Ακραίφνιο, το Αθαμανικό Πεδίο, και κατευθύνονται προς τον Ελικώνα, αφού πέρασαν πρώτα από  τις περιοχές που σήμερα λέγονται Αλίαρτο και  και Κορώνεια.

Την εποχή που ο Αθάμαντας εγκαταλείψει το Αθαμανικό πεδίο, έχομε  την κάθοδο του Κορώνου και του Αλιάρτου - εγγόνια του Σίσυφου, ο οποίος ήταν αδελφός του Αθάμαντα, παιδιά του Αίολου.
 

Εικ. από το βιβλίο «Λεβαδειακή Τριλογία» του Σπ. Φλώρου

Ο Αθάμας τους παραχωρεί τις περιοχές Αλίαρτο και Κορώνεια  και ο ίδιος αναγκάζεται να περιοριστεί στο Λαφύστιον όρος, περνώντας από τη σημερινή κωμόπολη του Αγίου Γεωργίου και διερχόμενοι ανάμεσα από το Ξεροβούνι και το Λαφύστιο όρος έφτασαν στο οροπέδιο που απλώνεται εμπρός από τον Άγιο Παντελεήμονα.

Το μέρος αυτό ήταν  κατάλληλο με  άφθονα νερά και κτίζουν την πρωτεύουσά τους. Η παράδοση δεν έσωσε το όνομα της πρωτεύουσας των Αθαμάνων στην νέα τους εγκατάσταση. Στην μυκηναϊκή εποχή, στην περιοχή του Λαφυστίου, υπήρξε μια και μοναδική πόλη με το όνομα Μίδεια.




Β. Αθήναι και Ελευσίς Κωπαΐδας

 Κοντά στην Αλίαρτο και πλησίον των εκβολών του Τρίτωνα ποταμού στην Κωπαΐδα, σύμφωνα με τον Στράβωνα,  υπήρχαν στην αρχαιότητα δυο πολίχνες, αι «Αθήναι», που όπως δείχνει το όνομά της ήταν αφιερωμένη στη Θεά Αθηνά και η «Ελευσίς».
Αθήναι και Ελευσίς Κωπαίδας


 Φαίνεται ότι η πόλη των Κωπαϊδικών Αθηνών, υπήρξε η νέα πρωτεύουσα των Αθαμάνων. Ο Παυσανίας αναφέρει  ότι οι Βοιωτοί του είπαν ότι αυτές κατακλύστηκαν ένα χειμώνα από τη λίμνη και αφανίστηκαν. Οι κάτοικοι των Αθηνών με αρχηγό τον Λέβαδο εγκαταστάθηκαν στις όχθες του ποταμού  Έρκυνα.


Γ. Αλαλκομενές



Θεά Αθηνά
Ο Παυσανίας στα «Βοιωτικά» αναφέρει ότι αφού πέρασε την πετρώδη περιοχή του Τιλφουσίου, το βουνό Πέτρα, το ιερό του Απόλλωνα, μπήκε στην παραλίμνια πεδιάδα της Κορώνειας, όπου συνάντησε με τη σειρά την πολίχνη Αλαλκομενές (παρηκμασμένη επί των ημερών του), με ιερό της Αθηνάς Αλαλκομενίας, έπειτα το ιερό της Αθηνάς Ιτωνίας και τελευταία την Κορώνεια.

Για τις Αλαλκομενές ο Παυσανίας αναφέρει ότι  είναι κόμη μικρή που βρίσκεται χαμηλά στα ριζά  του βουνού, όχι πολύ ψηλού. Επειδή δεν υπάρχουν εμφανή οικοδομικά λείψανα στην πεδιάδα, η  αναγνώριση των δύο πόλεων και των δύο ιερών είναι δύσκολη.  
Οι Αλαλκομενές πήραν το όνομά τους από τον τοπικό ήρωα Αλαλκομενέα, τον πρώτο άνθρωπο της Βοιωτίας που αναδύθηκε από τη λίμνη Κηφισίδα – Κωπαΐδα - σύμφωνα με τον ποιητή Πίνδαρο,  ή από την κόρη του Ωγύγη, βασιλιά της Αττικοβοιωτίας,  την  Αλαλκομενία.

Στο βοιωτικό ημερολόγιο υπήρχε  ο μήνας Αλαλκομένιος (23 Οκτωβρίου – 22 Νοεμβρίου), από τις Αλαλκομενές.

Σύμφωνα  με τον αρχαιολόγο  Ν. Παπαχατζή, τον μεταφραστή και σχολιαστή  του Παυσανία, το ιερό ήταν  κάτω από το χωριό Σωληνάρι.  Η δε κώμη  τω Αλαλκομενών τοποθετείται στα νοτιοδυτικά του Σωληναρίου, μάλλον βόρεια του  χωριού  Αγία Παρασκευή.



Η θεά Αθηνά γεννήθηκε στις Αλαλκομενές

Σύμφωνα με τον Στράβωνα και το Διόδωρο το Σικελιώτη, τον Απολλόδωρο και τον Παυσανία η θεά Αθηνά γεννήθηκε αθόρυβα στις Αλαλκομενές και ανατράφηκε από τον τοπικό ήρωα Αλαλκομενέα,  δίπλα στον ποταμό Τρίτωνα, ίσως σήμερα είναι το πλησιέστερο προς στο Σωληνάρι μικρό ρέμα,  γι΄ αυτό και  ονομάστηκε Τριτωνίδα. Ο δε Όμηρος στην Ιλιάδα αποκαλεί την Αθηνά Αλαλκομενίδα και Τριτογένεια.

Η Αθηνά λεγόταν και Παλλάδα και αυτό το επίθετό της,  σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, το χρεωστούσε στις Αλαλκομενές. Η Αθηνά πέρασε την παιδική της ηλικία στις όχθες του Τρίτωνα ποταμού και συνδέθηκε με την Παλλάδα,  κόρη του ποταμού Παλλάδα.

Οι δυο νεαρές κοπέλες, η Παλλάδα και η Αθηνά, γυμνάζονταν με ασκήσεις αρκετά βίαιες, αλλά μια μέρα τσακώθηκαν κι η Παλλάδα ετοιμαζόταν να χτυπήσει την θεά, μα ο Δίας που φοβήθηκε μήπως πάθει τίποτα η δική του κόρη, έβαλε μπροστά της ως ασπίδα, την αιγίδα, τρόμαξε η Παλλάδα απ’ τη φοβερή αιγίδα και και τότε η Αθηνά βρήκε ευκαιρία και τη χτύπησε θανάσιμα. Βαθιά απελπισμένη η θεά, έφτιαξε ένα ξύλινο ομοίωμα της νεκρής Παλλάδας κι έβαλε στο στήθος του την τρομερή αιγίδα και το τοποθέτησε προς τιμή της δίπλα στ’ άγαλμα του Δία στον Όλυμπο. 
Και προσθέτει ο Απολλόδωρος : «Όταν η Ηλέκτρα, η θυγατέρα του Άτλαντα που απ’ αυτήν ο Δίας απόκτησε τον Ιασίωνα και τον Δάρδανο, μετά την ερωτική τους συνομιλία  κατέφυγε κοντά στο άγαλμα αυτό, το «Παλλάδιο», ξάφνου ετούτο γκρεμίστηκε μαζί της στο Ίλιο, όπου ο Ίλος έφτιαξε ειδικό ναό γι’ αυτό και απέδωσε θεϊκές τιμές». Όσο το Παλλάδιον ήταν στην Τροία η πόλη έμενε απόρθητη. Αυτό το ήξερε ο Οδυσσέας και το έκλεψε μαζί με τον Διομήδη, μπαίνοντας κρυφά μέσα από έναν οχετό. 

Η Αθηνά προστάτευε τη Βοιωτία και ήταν πολιούχος της. Την τιμούσαν ξεχωριστά με πολλούς ναούς και αγάλματά της. Της είχαν δώσει διαφορετικά ονόματα: Αρεία, Ιτωνία, Αλαλκομενία, Βοαρμία ή Βουδεία, γιατί είχε μάθει τους Βοιωτούς να ζεύουν τα βόδια στο αλέτρι και στ’ αμάξια και τους προστάτευε. Τη λέγαν και Αθηνά Βομβυλία, γιατί αυτή πρωτόφερε την «αυλική τέχνη» στη Βοιωτία. Κι ήταν οι Βοιωτοί από τους πιο καλούς τεχνίτες στους αυλούς. Φτιάχνανε  τους ξακουστούς αυλούς τους από τα χονδρά καλάμια της Κωπαΐδας. Ήταν όμως και άξιοι παίχτες, «αυλητές». 

Στις όχθες του Τρίτωνα οι Αλαλκομενείς έκτισαν σπουδαίο ναό και το στόλισαν με το αρχαιότερο χρυσελεφάντινο άγαλμά της, το αλαλκομένειον όπως το ονομάζει ο Πλούταρχος.  Με το δεξί της χέρι τίναζε το κοντάρι και με το αριστερό της πρόβαλλε την ασπίδα. Ο Στράβων γράφει «Έχει δε η Αλαλκομενία Αθηνά αρχαίον ιερόν σφόδρα τιμώμενον» και συνεχίζει πιο κάτω « την δε θεά σεβόμενοι πάντες απείχοντο πάσης βίας».

Θεά Ήρα
Στο ναό της γίνονταν τα Δαιδάλια, περίλαμπρες γιορτές  και πολύβουα πανηγύρια. Τα Δαίδαλα ήταν μια θεαματική αλλά και φαιδρή και διδακτική γιορτή της «Νυμφευομένης»  ή της «Τελείας » Ήρας, που την θεωρούσαν προστάτιδα του νόμιμου γάμου και γενικά προστάτιδα της γυναίκας, (κόρης, μνηστής και συζύγου) και αυστηρή φρουρό της οικογένειας.

Σύμφωνα με έναν μύθο, η Ήρα θυμωμένη από τις παρεκτροπές και απιστίες του άντρα της Δία εγκαταλείπει τη συζυγική στέγη επάνω στον Όλυμπο και αποσύρεται στα δάση του Κιθαιρώνα της Βοιωτίας, από όπου με κανένα τρόπο δε δεχόταν να επιστρέψει κοντά του. Μάταια την αναζητούσε, εκείνη αμετάπειστη στις υποσχέσεις του και ανένδοτη στα παρακάλια του αρνιόταν πεισματικά να επιστρέψει στον Όλυμπο.



Ο Δίας δεν ήξερε πλέον τι κάνει γι’ αυτό και αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από τον Βοιωτό ήρωα Αλαλκομενέα ή Αλαλκομένη που ήταν γνωστός για την πολυμάθειά του. Ο Αλαλκομενέας, σαν σοφός που ήταν, τον συμβούλεψε να κόψει ένα κομμάτι ξύλο από «ευκτέανον και παγκάλην δρυν» από το δάσος των βελανιδιών, που υπήρχε στις Αλαλκομενές, και με αυτό να  κατασκευάσει ένα γυναικείο ξύλινο άγαλμα (ξόανο, δαίδαλο). Να το σκεπάσει με νυφικό πέπλο, και να το πάρει πλάι του επάνω σε αμάξι, που θα το έσερναν δυο βόδια και να διαδώσει ότι παντρεύεται την κόρη του Ασωπού Πλάταια. Έτσι και έκανε ο Δίας.

Η Έριδα πληροφορεί την Ήρα ότι ο άντρας της παντρεύεται την Πλάταια και ότι ο κόσμος άρχισε να την προσκυνάει για βασίλισσα του ουρανού και αμέσως κατεβαίνει από τον Κιθαιρώνα γεμάτη ζήλια και θυμό.

Δίας
Φτάνοντας στις Πλαταιές και βλέπει τη μεγαλοπρεπή γαμήλια πομπή να περνάει στους δρόμους της πόλης, μουσικούς να τραγουδούν τον υμέναιο (γαμήλιο άσμα), τις Τριτωνίδες νύφες να κουβαλούν το νερό του νυφικού λουτρού και σε ανθοστόλιστο άρμα τον άντρα της να έχει αγκαλιά την πανέμορφη και καταστόλιστη νύφη. Αφρίζοντας από τη ζήλια της πηδάει στο άρμα και ρίχνεται της νύφης και της ξεσκίζει το πέπλο. Σαν είδε όμως αντί νύφης  το ξόανο, ντράπηκε για την ανάρμοστη συμπεριφορά της. Χαμογελάει στο Δία και γελά με τη καρδιά της για το πονηρό κόλπο. Συνεχίζουν ύστερα τη γαμήλια πομπή με νύφη τώρα την Ήρα και τερματίζουν στον Κιθαιρώνα όπου η Ήρα έκαψε το ξόανο.

Σε ανάμνηση αυτού του περιστατικού οι Βοιωτοί γιόρταζαν:
Τα Μεγάλα Δαίδαλα γιορτάζονταν κάθε εξήντα χρόνια, στα οποία λάβαιναν μέρος όλοι οι Βοιωτοί στις Πλαταιές. Κάθε πόλη κατασκεύαζε το ξόανό της, 14 ξόανα, γιατί 14 ήσαν οι μεγαλύτερες πόλεις, στη συνέχεια τα μετέφεραν στις όχθες του Ασωπού ποταμού και τα τοποθετούσαν πάνω σε άμαξες. Έβαζαν το ξόανο ντυμένο νύφη, και δίπλα του καθόταν μια κοπέλα σαν παράνυμφος, η «νυμφεύτρα». Στη συνέχεια οι άμαξες με πομπή, που η σειρά καθοριζόταν με κλήρο, ξεκινούσαν από τις Αλαλκομενές και ανέβαιναν στην κορυφή του Κιθαιρώνα. Ο άρχοντας κάθε πόλης θυσίαζε έναν ταύρο στο Δία και ένα δαμάλι στην Ήρα και οι ιδιώτες μικρά ζώα. Στη συνέχεια οι πανηγυριστές έτρωγαν, έπιναν και τραγουδούσαν και στο τέλος έκαιγαν επάνω σε μεγάλο ξύλινο βωμό όλα τα δαίδαλα, όπως ακριβώς είχε κάνει και η Ήρα.

Κάθε επτά χρόνια γίνονταν και τα Μικρά Δαίδαλα στις Πλαταιές. Και κάθε χρόνο τα Κοινά Δαίδαλα στις Αλαλκομενές. Η κάθε πόλη της Βοιωτία ετοίμαζε το δικό της δαίδαλο κι όλα μαζί καθαγιάζονταν και θυσιάζονταν στις γιορτές.

Το Δαίδαλο-ξόανο ήταν  κατασκευασμένο από τοις βελανιδιές του δάσους των Αλαλκομενών. Η επιλογή του κατάλληλου δένδρου γινόταν από ένα κοράκι. Άφηναν κομμάτια ψημένου κρέατος ανάμεσα στις πανύψηλες βελανιδιές του δάσους των Αλαλκομενών και περίμεναν να δουν σε πιο δέντρο θα πήγαινε το πρώτο κοράκι για να αρπάξει το κρέας, από αυτό το δένδρο θα φτιαχνόταν το ομοίωμα της νύμφης, το οποίο έντυναν, στόλιζαν με νυφικό πέπλο και το περιτριγύριζαν  πάνω σε αμάξι.



Το 86 π.Χ. ο ρωμαίος στρατηγός Σύλλας δε σεβάστηκε τον ιερό τόπο της θεάς, αλλά ούτε και το ναό της. Το χρυσελεφάντινο άγαλμα το άρπαξε  όπως και τόσα  άλλα από όπου πέρασε.Για την ιεροσυλία του τιμωρήθηκε σκληρά, κατά τον θεοσεβή Παυσανία, γέμισε ψείρες και πέθανε. Αλλά ο Πλούταρχος μας λέει ότι το παλιό έλκος στο στομάχι του,  ή στα έντερά του καθώς και η εσωτερική αιμορραγία προκάλεσε το θάνατό του.

Ο περιηγητής Λήκ, γύρω στο 1800 επισκέφτηκε την περιοχή και αναφέρει ότι κοντά σε μικρό ρέμα, τον Τρίτωνα, αναγνώρισε τον περίβολο του ναού. Επίσης κοντά στην περιοχή βρήκε αρχαίους λίθους εντοιχισμένους σε ερειπωμένη εκκλησία. Εντοιχισμένες αρχαίες πέτρες βρίσκει κανείς σήμερα και στο χωριό Αλαλκομενές, σε εκκλησίες στο σιδηροδρομικό σταθμό,  αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι αρχαίες  Αλαλκομενές ήταν στη θέση αυτή.


Ακολουθώντας τα χνάρια του Παυσανία μετά τις Αλαλκομενές και χωρίς να λοξοδρομήσουμε φτάνουμε στο Ιερό της Ιτωνίας Αθηνάς. 

Η λατρεία της Ιτωνίας Αθηνάς προέρχεται από τη Θεσσαλία και μεταφέρθηκε στη Βοιωτία, όταν οι Βοιωτοί μετοίκησαν στην περιοχή. Ο εγγονός του Δευκαλίωνα, Ίτωνας, ιδρύει το ναό της Ιτωνίας στην Κορώνεια. Στη Θεσσαλία, στην αρχαία Άρνη, προς τιμήν της  τελούνταν μεγάλη γιορτή, τα Ιτώνια  όπως  και στην Κορώνεια. Στο ναό της Ιτωνίας Αθηνάς υπήρχαν τα χάλκινα αγάλματα της Αθηνάς και του Δία, έργα του Αγοράκριτου, μαθητή του Φειδία και τα  αγάλματα των Χαρίτων.

Την Ιτωνία Αθηνά παρίσταναν οι αρχαίοι να φορεί στο στήθος αιγίδα, να κρατά στο αριστερό της χέρι ασπίδα και να κραδαίνει με το δεξί της χέρι το δόρυ, δείχνοντας έτσι την ακατάβλητη μαχητικότητά της.  


Στο εσωτερικό του ναού υπήρχαν φυλαγμένες χρυσές ασπίδες αλλά τις έκλεψε μαζί με τα στολίδια που είχε το  άγαλμα της Αθηνάς, ο Αθηναίος Λαχάρης, που διωγμένος από την Αθήνα είχε καταφύγει στην Κορώνεια. Μετά την κλοπή οι Κορωναίοι τον σκότωσαν.  Επίσης υπήρχαν ψηφίσματα του κοινού των Βοιωτών και γλυπτά αναθήματα, ήταν στημένα στο Ιτώνιο, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν μεταγενέστερα για τις οικοδομικές ανάγκες των κατοίκων και κάποια από αυτά είναι εντοιχισμένα σε χριστιανικές εκκλησίες της περιοχής.

Στο ναό εκτός από τα Ιτώνια, γιόρταζαν προς τιμή της θεάς Αθηνάς Ιτωνίας και τη μεγαλύτερή τους κοινή εθνική  γιορτή οι Βοιωτοί, τα  « Παμβοιώτια». Τα Παμβοιώτια ήταν ετήσια εορτή και χρονολογείται από την κλασική εποχή. Κατά τη διάρκεια της γιορτής, η οποία περιλάμβανε ιππικούς αγώνες, σταματούσε κάθε εχθροπραξία. Τα Παμβοιώτια ετελούντο το μήνα Παμβοιώτιο (20/8-18/9) 


Ρωμαϊκό μαρμάρινο αντίγραφο, πιθανότατα του πρωτοτύπου μπρούτζινου αγάλματος της Ιτωνίας Αθηνάς που έφτιαξε ο Αγοράκριτος και το οποίο περιγράφει ο Παυσανίας (IX, 34, 1), Μουσείο του Λούβρου (το κεφάλι έχει προστεθεί μετέπειτα

Η Ιτωνία Αθηνά στην Κορώνεια ήταν κέντρο του Κοινού των Βοιωτών.

 Στο Κοινό των Βοιωτών αρχικά μετείχαν οι πόλεις: Κορώνεια, Λεβάδεια, Χαιρώνεια, Κώπες, Αλίαρτος, Θήβα, Θεσπιές, Τανάγρα, Πλαταιές Στη συνέχεια  προστέθηκαν οι πόλεις:  Ανθηδών, Ωρωπός, και πολύ αργότερα και Ορχομενός. Υπήρχαν όμως και μικρότερες πόλεις όπως: Ογχηστός, Ασπληδών, Όλμονες Ύητος, Ακραφνία, Θίσβη, Λεύκτρα, Ελευθερές, Χαλία.

Οι Βοιωτάρχες μεριμνούσαν για τις γιορτές, το κοινό δίκαιο, όριζαν τα μέτρα και τα σταθμά, έκοβαν τα κοινά νομίσματα  και γενικά έλυναν όλες τις διαφορές.

Ε. Κορώνεια (Κουτομουλά επί τουρκοκρατίας)



Μετά το ιερό της Ιτωνίας προχωρώντας μπαίνουμε στην αρχαία Κορώνεια και συγκεκριμένα συναντάμε πρώτα την αγορά που ήταν πλησιέστερα στο τέμενος της θεά.  Η ακρόπολη της Κορώνειας βρίσκεται σε ύψωμα, δύο χιλιόμετρα περίπου δυτικά του σημερινού χωριού της Αγίας Παρασκευής, και είναι ανάμεσα σε δυο ρέματα, ανατολικά ο Κουάριος ή Κωράλιος και δυτικά ο Φάλαρος, το ρέμα της Πόντζας. 
 
Η αρχαία Κορώνεια ήταν κτισμένη στην πλαγιά το λόφου της ακρόπολης από τη μεριά της Κωπαΐδας. Αναφέρεται από τον Όμηρο στον κατάλογο των πόλεων που πήραν μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Ο Παυσανίας αναφέρει ως ιδρυτή της Κορώνειας τον εγγονό του Σίσσυφου, τον   Κόρωνο και αδελφό του Αλίαρτου, παιδιά του Θέρσανδρου.
Αρχαίοι λίθοι εντοιχισμένοι στον μεσαιωνικό πύργο.
Ο ιστορικός Θουκυδίδης και ο γεωγράφος Στράβων αναφέρουν ότι η Κορώνεια ιδρύθηκε από τους Βοιωτούς της θεσσαλικής Άρνης- Σοφάδες Καρδίτσας. Οι Βοιωτοί 60 χρόνια μετά την άλωση της Τροίας διώχτηκαν από τους Θεσσαλούς και εγκαταστάθηκαν στη χώρα που σήμερα ονομάζεται Βοιωτία.

Σύμφωνα με τον Παυσανία στην πλαγιά του λόφου αλλά και στην κορυφή υπήρχαν πολλά δημόσια οικοδομήματα και ιδιωτικά σπίτια της αρχαίας Κορώνειας καθώς και η ακρόπολη. Στην ανατολική πλευρά του λόφου υπήρχε αρχαίο θέατρο ερείπια δωρικού ναού και ρωμαϊκά λουτρά. 

Αρχαίοι λίθοι εντοιχισμένοι σε σύγχρονη κρήνη

Σήμερα στην περιοχή σώζονται κατάλοιπα από τα πολυγωνικά τείχη της αρχαίας ακρόπολης, καθώς και κάποια ερείπια – κίονες, κιονόκρανα, λουτρά - ενώ βρέθηκε κεραμική διαφόρων περιόδων, από την Νεολιθική μέχρι τη Ρωμαϊκή. Τα ερείπια τριών κτισμάτων, τα οποία αποκάλυψαν ανασκαφές στους βόρειους πρόποδες του λόφου και πιθανολογείται ότι αποτελούν τμήμα ιερού, αρχικά θεωρήθηκε ότι ταυτίζονται με το αρχαίο Ιτώνιο, ωστόσο η ταύτιση αυτή αμφισβητείται έντονα από τη νεότερη έρευνα. Στην κορυφή του λόφου της ακρόπολης σήμερα υπάρχει ένας μεσαιωνικός πύργος.

Μεσαιωνικός πύργος
  Στην αγορά της Κορώνειας υπήρχε σπουδαίος βωμός του Ερμή του επιμήλιου (μήλον=πρόβατον) δηλαδή του θεού των κοπαδιών και βωμός των ανέμων. Καθώς και ναός της Ήρας με άγαλμά της, που στο χέρι της έχει τις Σειρήνες, έργο του Θηβαίου γλύπτη Πυθόδωρου.  Υπήρχαν ναοί του  Ηρακλή Παλαίμονα  και του Κόρωνου, ιδρυτή της πόλης και της Δήμητρας.

Από επιγραφές του 4ου και 3ου αι. π.Χ. που βρέθηκαν, έγιναν γνωστές μερικές λατρείες της Κορώνειας, όπως των Διοσκούρων, της θεσμοφόρου Δήμητρας, των αιγυπτιακών θεοτήτων Σάραπι, Ίσι και Άνουβι. Κοντά στην Κορώνεια λειτουργούσε και Νεκρομαντείο.

Πολύ σπουδαία ήταν τα αργυρά και χάλκινα βοιωτικά νομίσματα που κόβονταν στην Κορώνεια και ήταν τα ομορφότερα της Ελλάδας. Από τη μια πλευρά είχαν την στρογγυλή ασπίδα με τις ημικυκλικές τομές και από την άλλη είχαν την κεφαλή της Ιτωνίας Αθηνάς ή το Γοργόνειο. 

  

 




Η Κορώνεια το 219 π.Χ λεηλατήθηκε από τους Αιτωλούς και  το 196 π.Χ.  λεηλατήθηκε  από τους Ρωμαίους Κατά τον ιστορικό Προκόπιον καταστράφηκε μετά από μεγάλο σεισμό μαζί με πολλές άλλες πόλεις της Βοιωτίας το φθινόπωρο του 551 μ.Χ..Η σημερινή Κορώνεια χτίστηκε πιο ψηλά από την αρχαία. 
 
Δ. Λαφύστιο όρος 
 
 Σύμφωνα με τον Παυσανία από την Κορώνεια ως το  Λαφυστίο όρος  είναι είκοσι στάδια εκεί υπήρχε τέμενος του λαφυστίου Διός με λίθινο άγαλμά του και βωμό. Εδώ πήγε ο Αθάμας για να θυσιάσει τα παιδιά του. Λίγο πιο πάνω βρίσκεται ναΐσκος του Ηρακλή Χάροπα.

Οι Βοιωτοί λένε ότι  εδώ ήταν η είσοδος στον Άδη. Από εκεί βγήκε ο Ηρακλής όταν πήγε να πάρει τον Κέρβερο. Πιστεύεται ότι ο ναΐσκος του Χάροπα Ηρακλή ήταν στη θέση του εξωκλησιού των Ταξιαρχών. 

 Μικρό  αρχαίο ιερό, ίσως του Χάροπα,  στο οποίο ανήκε η ρωμαϊκή στοά που ανασκάφτηκε. 

Η λατρεία του Ηρακλή Χάροπα είναι γνωστή σε μας από τις απελευθερωτικές επιγραφές που έχουν βρεθεί εντοιχισμένες στο εξωκκλήσι αλλά και στο μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής, μεταξύ της Κορώνειας και του Σωληναρίου. Μία εξ αυτών βρίσκεται ως δεξιά παραστάδα της ωραίας πύλης και είναι χαραγμένη σε μαύρο αρχαίο λίθο.   

 Εντοιχισμένο αρχαίο υλικό

Το απελευθερωμένο πρόσωπο αφιερώνεται στον Ηρακλή Χάροπα και δεν επιτρέπεται να τον υποδουλώσει κανείς στο μέλλον. Η δε ιέρεια του ναού εξουσιοδοτείται να προστατεύει τα δίκαια των προσώπων αυτών, καθώς και όποιος  άλλος πολίτης της Κορώνειας επιθυμεί ή άλλος  Βοιωτός. 
Όποιος σκλαβώσει απελεύθερο χαρακτηρίζεται ιερόσυλος, ορίζεται χρηματικό πρόστιμο υπέρ του απελεύθερου. Η αφιέρωση γινόταν στον Ηρακλή Χάροπα γιατί όταν οργιζόταν ήταν θεός φοβερός.

 Κομμάτι λίθινου θριγκού από αρχαίο ναΐσκο χρησιμοποιημένο σε υποστηρικτικό τοίχο στο εξωκλήσι των Ταξιαρχών 

  Στη Πόντζα οι πρόγονοί μας είχαν ανεγείρει ναό των Νυμφών  και Χαρίτων και ναό της Θεσμοφόρου Δήμητρας, που πανηγύριζε το Φθινόπωρο στα Θεσμοφόρια, εις ανάμνηση της αρπαγής της Περσεφόνης από τον Πλούτων.

 
 

Αρχαιολογικά ευρήματα ρωμαϊκής εποχής

Οι Ρωμαίοι είχαν κτίσει θερινά ανάκτορα όπου παρέμεναν και οι «κρηνών επιμεληταί» ή «κρηνοφύλακες», που κανόνιζαν τη διανομή των νερών  τα καλοκαίρια. Υπήρχε ακόμη και κοιμητήρι. 

 

Σήμερα μπορεί κάποιος να επισκεφτεί τον αρχαιολογικό χώρο με ρωμαϊκά ευρήματα που βρίσκεται στους Αγίους Ταξιάρχες.  

 
Ε. Σπήλαιο Νυμφών

Ο Παυσανίας μας λέει ότι:  «40 στάδια από την Κορώνεια, απέχει το Λιβήθριον όρος, στο οποίο  υπάρχουν δυο πηγές, η μία είναι η Λιβηθριάδα και η άλλη η Πέτρα….».                             

 Το Σπήλαιο της  Νύμφης Κορώνειας ή Λειβηθρίδων Νυμφών (Λειβήθριον Άντρον) βρίσκεται σε υψόμετρο 820 μ. στη βορειοανατολική πλαγιά του Ελικώνα στη Βοιωτία, 5 χλμ. νοτιοδυτικά του χωριού Αγία Τριάδα. Το σπήλαιο ήταν αφιερωμένο στις Νύμφες: στο βράχο της εισόδου του υπάρχει η εγχάρακτη επιγραφή ΚΟΡΩΝΕΙΑ ΝΥΜΦΗ. Από την έρευνα έχει έρθει στο φως πληθώρα ευρημάτων από την Αρχαϊκή περίοδο (6ο αιώνα π.Χ.) μέχρι και τη Ρωμαϊκή περίοδο.
 
 

Βρέθηκαν περίπου 2.500, ειδώλια,  ζωόμορφα, πτηνόμορφα, και ομοιώματα καρπών. Εκτός από ειδώλια, οι προσκυνητές αφιερώνουν μελανόμορφα και ερυθρόμορφα αγγεία, θυμιατήρια, επίνητρα, καθώς και αγγεία με ανάγλυφη διακόσμηση, με παραστάσεις διονυσιακές, μυθολογικές και σκηνές από την καθημερινή ζωή. Επιπλέον αφιερώνουν χάνδρες, νομίσματα, χτένες και αντικείμενα από οστό.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Παυσανίου Περιηγήσεις - Εκδοτική Αθηνών
Ελληνική Μυθολογία - Κακριδή
Λιβαδειά τόμος Α – Θύμιου Δάλκα
Λεβαδειακή Τριλογία - Σπύρου Φλώρου
Λαφύστιο -  Μάρκος Χρήστος